Καλλιρρόη Παρρέν: Η πρωτεργάτρια του ελληνικού φεμινισμού

Διαβάζεται σε 5'
Καλλιρρόη Παρρέν
Καλλιρρόη Παρρέν Alamy/Visualhellas.gr

Καμία κοινωνία δεν είναι δίκαιη όσο οι γυναίκες της χρειάζονται αγώνα για τα αυτονόητα

Η πορεία του φεμινιστικού κινήματος στην Ελλάδα δεν ήταν γραμμική, ούτε χωρίς αντιστάσεις. Από τα πρώτα δειλά βήματα του 19ου αιώνα μέχρι τη σύγχρονη φεμινιστική αφύπνιση απέναντι στη γυναικοκτονία και τη σεξουαλική βία, οι γυναίκες στην Ελλάδα διεκδίκησαν το δικαίωμα να ακουστούν, να ψηφίσουν, να μορφωθούν και να ζήσουν ελεύθερες.

Η Καλλιρρόη Παρρέν γεννήθηκε στην Πλατανιά Αμαρίου Κρήτης το 1861 και πέθανε στην Αθήνα το 1940.

Υπήρξε δημοσιογράφος και συγγραφέας με ξεχωριστή θέση στη μάχη των γυναικών στη χώρα μας για την ισότητα των δύο φύλων. Η καταγωγή της ήταν από αρχοντική οικογένεια από την Κρήτη, το επίθετό της ήταν Καλλιρρόη Σιγανού ενώ σπούδασε στη Σχολή Καλογραιών του Πειραιά, φοίτησε στο Αρσάκειο, όπου αποφοίτησε με την ιδιότητα της δασκάλας.

Έπειτα από σύντομη θητεία ως δασκάλα στο Ελληνικό Παρθεναγωγείο της Οδησσού (1878–1880), η Καλλιρρόη Σιγανού εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Το 1886 παντρεύτηκε τον Ιωάννη Παρρέν, έναν δημοσιογράφο με γαλλοελληνική καταγωγή και ιδρυτή του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων. Εκείνη την περίοδο άρχισε να γίνεται γνωστή στους πνευματικούς και κοινωνικούς κύκλους της πόλης. Με κεντρικό όραμα την καλλιέργεια της μόρφωσης και την ενίσχυση της θέσης της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία, προχώρησε στην έκδοση της εβδομαδιαίας Εφημερίδας των Κυριών, την οποία διηύθυνε από το 1888 έως το 1918. Μέσα από τα άρθρα της —που συντάσσονταν κυρίως από γυναίκες— διατυπώθηκαν πρωτοποριακές ιδέες για την κοινωνική ισότητα και τα δικαιώματα των γυναικών, σε μια εποχή που τέτοιες απόψεις θεωρούνταν ριζοσπαστικές. Η «Εφημερίς των Κυριών» χλευάστηκε από μέρος του αντρικού κοινού, όπως φάνηκε στην ειρωνική αντίδραση του Εμμανουήλ Ροΐδη. Υπήρξαν όμως και άντρες του πνεύματος που στήριξαν την προσπάθεια όπως ο Γ. Ξενόπουλος και ο Κωστής Παλαμάς ο οποίος μάλιστα αφιέρωσε και το ποίημά του «Χαίρε, Γυναίκα Εσύ» στην Καλλιρρόη Παρρέν.

Επηρεασμένη από τις ιδέες και τα αιτήματα των ευρωπαϊκών φεμινιστικών κινημάτων, η Καλλιρρόη Παρρέν αφιέρωσε τη ζωή της στην αναβάθμιση της θέσης της Ελληνίδας. Με σταθερότητα και επιμονή, συνέβαλε καθοριστικά στην αναγνώριση δικαιωμάτων των γυναικών στον πνευματικό και επαγγελματικό τομέα, διεκδικώντας την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση και τη δυνατότητα απασχόλησης σε δημόσιες υπηρεσίες. Έθεσε τα θεμέλια για κατοπινές διεκδικήσεις, όπως το δικαίωμα ψήφου και τη νομοθετική ρύθμιση του ωραρίου εργασίας.

Η δράση της δεν εξαντλήθηκε στη δημόσια υπεράσπιση δικαιωμάτων. Δραστηριοποιήθηκε επίσης στην εκπαίδευση, την κοινωνική πρόνοια και τη φιλανθρωπία.

Το 1890 ανέλαβε πρωτοβουλία για το «Κυριακάτικο Σχολείο» για την εκπαίδευση εργαζόμενων και αναλφάβητων γυναικών που δεν είχαν τη δυνατότητα να φοιτήσουν αλλού.

Το 1896 πρωτοστάτησε στην ίδρυση του «Ασύλου Ανιάτων Γυναικών» και την ίδια χρονιά στην «Ένωση Ελληνίδων», της οποίας το εκπαιδευτικό έργο ανέλαβε η Αικατερίνη Λασκαρίδου.

Ωστόσο, το έργο με τη μεγαλύτερη διαχρονική απήχηση ήταν η ίδρυση, το 1911, του Λυκείου των Ελληνίδων, ενός σωματείου που ανέπτυξε σημαντική δράση στη διάσωση και ανάδειξη της ελληνικής λαϊκής παράδοσης, με μακροχρόνια προσφορά στον πολιτισμό και την εκπαίδευση.

Η Καλλιρρόη Παρρέν συμμετείχε ενεργά στο διεθνές φεμινιστικό κίνημα, λαμβάνοντας μέρος σε συνέδρια γυναικών που πραγματοποιήθηκαν σε πόλεις όπως το Παρίσι, το Λονδίνο και το Σικάγο. Στην Ελλάδα, το 1921, είχε καθοριστικό ρόλο στην οργάνωση του Α΄ Πανελλήνιου Συνεδρίου Γυναικών, μιας πρωτοβουλίας που σηματοδότησε την απαρχή των συντονισμένων φεμινιστικών διεκδικήσεων στη χώρα. Η συνολική της προσφορά στον αγώνα για τα δικαιώματα των γυναικών αναγνωρίστηκε από την ελληνική Πολιτεία, ενώ τιμήθηκε και από την Ακαδημία Αθηνών για την πνευματική της συμβολή.

Πέρα από τη δημοσιογραφική της δράση, η Παρρέν υπήρξε και λογοτεχνικά δραστήρια. Το 1889 έγραψε την Ιστορία της Γυναικός: Σύγχρονοι Ελληνίδες 1530-1896, ένα από τα πρώτα έργα στην Ελλάδα με αντικείμενο την ιστορική πορεία των γυναικών. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα Η Μάγισσα, το οποίο ο Κωστής Παλαμάς χαρακτήρισε «αξιόλογο κοινωνικό μυθιστόρημα». Ακολούθησαν τα έργα Το Νέον Συμβόλαιον (1901) και Η Χειραφετημένη (1915), το οποίο μεταφράστηκε σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες. Το 1907 ανέβηκε από τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη το θεατρικό της έργο Η Νέα Γυναίκα, τρίπρακτο δράμα αφιερωμένο στη σύγχρονη γυναικεία ταυτότητα. Παράλληλα, δημοσίευσε και μικρότερα έργα, όπως τις Επιστολές Αθηναίας προς Παρισινήν και άλλα κείμενα με στοχασμούς γύρω από τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία.

Μετά τον θάνατο της Παρρέν, το φεμινιστικό κίνημα στην Ελλάδα συνέχισε την πορεία του μέσα σε ένα πολιτικό και κοινωνικό τοπίο με ισχυρές πατριαρχικές αντιστάσεις. Κατά την περίοδο της Κατοχής, σημειώθηκε μια ιστορική τομή: η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης / ΠΕΕΑ αναγνώρισε στις γυναίκες το δικαίωμα ψήφου, επιτρέποντάς τες να συμμετάσχουν στις εκλογές για τα όργανα της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης το 1944 – ένα γεγονός που προηγήθηκε της επίσημης καθιέρωσης του εκλογικού δικαιώματος το 1952 από το ελληνικό κράτος. Η μεταπολιτευτική περίοδος υπήρξε καθοριστική για την αναζωογόνηση του φεμινισμού, με την ίδρυση νέων οργανώσεων, τη διεκδίκηση νομοθετικών αλλαγών και τη δημόσια προβολή θεμάτων όπως η ισότητα στην εργασία, η σεξουαλική παρενόχληση και η έμφυλη βία. Στις αρχές του 21ου αιώνα, η φεμινιστική κινητοποίηση γνώρισε νέα ώθηση, ιδιαίτερα μετά την ανάδειξη της συστηματικής βίας κατά των γυναικών. Στο επίκεντρο των σύγχρονων διεκδικήσεων βρίσκεται πλέον η ανάγκη θεσμικής αναγνώρισης του όρου «γυναικοκτονία», ώστε να καταδεικνύεται ρητά ο έμφυλος χαρακτήρας αυτών των εγκλημάτων και να ενισχύεται η νομική και κοινωνική προστασία των γυναικών.

Η πορεία του φεμινισμού στην Ελλάδα συνεχίζεται δυναμικά – με επιτυχίες, προκλήσεις αλλά και νέα ερωτήματα. Από τις πρώτες διεκδικήσεις ψήφου, μέχρι την προσπάθεια θεσμοθέτησης της έννοιας της συγκατάθεσης και την ανάγκη αντιμετώπισης της έμφυλης βίας, ο αγώνας για ισότητα είναι ιστορικός, συλλογικός και επίκαιρος όσο ποτέ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα