To απλό τεστ που δίνει ακριβέστερες πληροφορίες για τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων

Διαβάζεται σε 5'
To απλό τεστ που δίνει ακριβέστερες πληροφορίες για τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων
Απεικόνιση αιμοφόρων αγγείων με χοληστερόλη. iStock

Στη μεγαλύτερη μελέτη του είδους, ανακαλύφθηκε απλή εξέταση αίματος που προβλέπει καλύτερα από τα τωρινά πρότυπα τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων.

Επί 6 δεκαετίες ο καλύτερος τρόπος που υπάρχει για τον εντοπισμό των ανθρώπων που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων (κύρια αιτία θανάτου, παγκοσμίως) είναι η μέτρηση των επιπέδων χοληστερόλης στο αίμα, έναν εκ των κύριων δεικτών και ελεγχόμενων παραγόντων κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα.

Για την ιστορία, η χοληστερόλη είναι μια ουσία που μοιάζει με λίπος στο αίμα και είναι απαραίτητη για την κατασκευή κυττάρων και την παραγωγή ορισμένων βιταμινών και ορμονών.

Όταν όμως, τα επίπεδα είναι πολύ υψηλά, συσσωρεύεται στα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων και σχηματίζουν εναποθέσεις, που είναι γνωστές ως πλάκες. Όταν σπάει μια πλάκα, μπορεί να σχηματιστεί θρόμβος και να φράξει εντελώς το αγγείο. Γεγονός που οδηγεί σε καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό επεισόδιο.

Το Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας Chalmers της Σουηδίας σε συνεργασία με το Harvard έκαναν τη μεγαλύτερη έρευνα του είδους που έχει γίνει έως σήμερα και ανακάλυψαν έναν πιο απλό τρόπο: μια εξέταση αίματος που μετρά συνδυασμό λιποπρωτεϊνών.

Οι ερευνητές βρήκαν πως αυτός ο έλεγχος μπορεί να δώσει ακριβέστερες πληροφορίες σχετικά με τον ατομικό κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, από την τρέχουσα εξέταση χοληστερόλης στο αίμα. Κάτι που εύλογα, θα σώσει ζωές.

Ο Jakub Morze, κύριος συγγραφέας της μελέτης και μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Chalmers επισήμανε ότι «αυτή είναι η μεγαλύτερη μελέτη του είδους της μέχρι σήμερα και τα αποτελέσματα δείχνουν, για πρώτη φορά, τη σχετική σημασία των τριών κύριων οικογενειών λιποπρωτεϊνών για τον πιθανό κίνδυνο καρδιακών παθήσεων».

Τι έλεγξαν για πρώτη φορά οι ερευνητές

Όπως αναφέρει το Medical Xpress, η χοληστερόλη μαζί με άλλα λίπη μεταφέρονται μέσω του αίματος από “εξειδικευμένα” σωματίδια που ονομάζονται λιποπρωτεΐνες. Aυτές χωρίζονται σε τέσσερις κύριες κατηγορίες.

Τρεις έχουν μια ειδική πρωτεΐνη στην επιφάνειά τους, που ονομάζεται απολιποπρωτεΐνη Β (apoB). Όταν αυτές οι λιποπρωτεΐνες υπάρχουν σε περίσσεια, μπορούν να εναποθέσουν χοληστερόλη στα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων. Για αυτόν το λόγο η χοληστερόλη που μεταφέρεται έχει ονομαστεί «κακή».

Η τέταρτη κύρια κατηγορία βοηθά στην απομάκρυνση της περίσσειας χοληστερόλης από την κυκλοφορία του αίματος και τη μεταφορά πίσω στο ήπαρ. Είναι η «καλή» χοληστερόλη.

Όταν κάνουμε εξέταση αίματος για να δούμε πού βρίσκεται η χοληστερόλη μας και άρα ποιος είναι ο κίνδυνος καρδιακής πάθησης, ο γιατρός βλέπει συνδυαστικά τα νούμερα και αποφασίζει για το επίπεδο κινδύνου.

Δεδομένου όμως, ότι η χοληστερόλη δεν μπορεί να κυκλοφορήσει ή να προκαλέσει βλάβη χωρίς τον λιποπρωτεΐνη-φορέα της, οι ερευνητές επικεντρώνουν όλο και περισσότερο στη μέτρηση των λιποπρωτεϊνών που φέρουν την «κακή χοληστερόλη», ως πιθανώς καλύτερο δείκτη μελλοντικού κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων.

Ο Morze εξήγησε πως «έως τώρα δεν ήταν σαφές εάν δύο ασθενείς με το ίδιο συνολικό επίπεδο “κακής χοληστερόλης”, που διαφέρουν ως προς τα χαρακτηριστικά των φορέων τους (βλ. τύπος λιποπρωτεΐνης, μέγεθος, περιεκτικότητα σε λιπίδια), έχουν τον ίδιο κίνδυνο καρδιακών παθήσεων. Για αυτό και ο στόχος της μελέτης μας ήταν να προσδιοριστεί η σημασία αυτών των διαφορετικών παραμέτρων».

Μελετήθηκαν 200.000 άτομα για έως 15 χρόνια

Η ερευνητική ομάδα ανέλυσε δείγματα αίματος από περισσότερα από 200.000 άτομα που είναι στην UK Biobank (βλ. μεγάλης κλίμακας βιοϊατρική βάση δεδομένων και ερευνητικός πόρος) και δεν έχουν ιστορικό καρδιακών παθήσεων, προκειμένου να μετρήσουν τον αριθμό και το μέγεθος των διαφόρων λιποπρωτεϊνών που φέρουν χοληστερόλη στο αίμα.

Εστίασαν στις λιποπρωτεΐνες που φέρουν την πρωτεΐνη apoB, η οποία βρίσκεται σε όλους τους φορείς της «κακής χοληστερόλης». Παρακολούθησαν τους συμμετέχοντες για έως και 15 χρόνια και εξέτασαν ποια πρότυπα τύπων και μεγεθών λιποπρωτεϊνών συνδέονταν ισχυρότερα με μελλοντικές καρδιακές προσβολές.

Τα ευρήματα τους επικυρώθηκαν από ξεχωριστή σουηδική μελέτη. Μαζί επέτρεψαν την πιο ολοκληρωμένη αξιολόγηση για το πώς οι λιποπρωτεΐνες της «κακής χοληστερόλης» συμβάλλουν στην ανάπτυξη καρδιακών παθήσεων.

«Διαπιστώσαμε ότι η apoB είναι ο καλύτερος δείκτης κατά τον έλεγχο του κινδύνου καρδιακών παθήσεων. Δεδομένου ότι υποδεικνύει τον συνολικό αριθμό των σωματιδίων “κακής χοληστερόλης” που μετρώνται, προσφέρει μια πιο ακριβή εξέταση από τις τυπικές μετρήσεις χοληστερόλης» διευκρίνισε ο Morze, τονίζοντας ότι «αυτό δεν σημαίνει ότι οι συμβατικές εξετάσεις είναι αναποτελεσματικές. Γενικά έχουν καλή απόδοση».

«Ωστόσο, περίπου 1 στους 12 ασθενείς, οι τυπικές εξετάσεις χοληστερόλης ενδέχεται να υποεκτιμούν τον κίνδυνο καρδιακής νόσου. Αυτό είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη, καθώς το 20 με 40% όλων των πρώτων περιστατικών καρδιαγγειακών παθήσεων είναι θανατηφόρες».

«Με τη μετάβαση σε εξετάσεις apoB, μπορούμε να βελτιώσουμε αυτήν την ακρίβεια και ενδεχομένως να σώσουμε ζωές».

Η μελέτη έδειξε επίσης, ότι μια άλλη λιποπρωτεΐνη «κακής χοληστερόλης» που λέγεται λιποπρωτεΐνη(α), αποτελεί σημαντικό μέρος του παζλ και θα πρέπει να εξεταστεί και αυτή.

Τα επίπεδά της κληρονομούνται γενετικά στα περισσότερα άτομα και αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 1% όλων των λιποπρωτεϊνών «κακής χοληστερόλης» κατά μέσο όρο, στον γενικό πληθυσμό. Σε ορισμένα άτομα αυτές οι τιμές είναι εξαιρετικά υψηλές, αυξάνοντας σημαντικά τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα