Ο ΤΟΜ ΚΡΟΥΖ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΑ ΤΙΣ “ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΑΠΟΣΤΟΛΕΣ” ΜΕ 2 ΑΚΡΑΙΕΣ ΣΚΗΝΕΣ ΔΡΑΣΗΣ
Στο φεστιβάλ Καννών είδαμε την 8η και τελική “Επικίνδυνη Αποστολή”, με τον Τομ Κρουζ και την πιστή του ομάδα να επιστρέφει προκειμένου να σώσει –αυτή τη φορά– τον πλανήτη.
Δε θα πιστέψετε ποιο είναι αυτή τη φορά το stunt που κάνει ο Τομ Κρουζ!
Όχι, ΟΚ, θα το πιστέψετε. Για την ακρίβεια δεν υπάρχει τίποτα που θα μπορούσε κανείς να περιγράψει που να μην ακουστεί αληθινό – ανάμεσα στο HALO jump και το σκαρφάλωμα του Μπουρτζ Χαλίφα νιώθει κανείς πως δεν έχει μείνει κάτι ακραίο ακόμα να κάνει ο Ίθαν Χαντ, δηλαδή ο Τομ Κρουζ.
Γι’ αυτό στη νέα Επικίνδυνη Αποστολή –και κατά δήλωση όλων, την τελευταία του Ίθαν– η εστίαση δεν πέφτει τόσο πολύ στο «τι ακροβατικό θα δούμε πάλι», όσο στην ένταση που αυτό κουβαλάει. Την ιδέα πως κάθε παράτολμο stunt δεν είναι απλώς μια μεμονωμένη έκφραση ικανοτήτων και τόλμης, αλλά μια άσκηση ισορροπίας και πίστης καθώς ο Χαντ εμπιστεύεται σχεδόν τυφλά τα άλλα μέλη της ομάδας του.
Αυτό το meta text διατρέχει όλο και περισσότερο αυτές τις ταινίες εδώ και κάμποσα κεφάλαια. Ο ίδιος ο Κρουζ είναι ένας ηθοποιός – σταρ – μπίζνεσμαν – άνθρωπος του σινεμά που θέλει να περικυκλώνει τον εαυτό του με ανθρώπους που εμπιστεύεται. Να τους στηρίζει και να τον στηρίζουν.
Το βλέπεις στο πώς κάνει promo ο ίδιος για ταινίες άλλων ανθρώπων αν πρόκειται να είναι για Το Καλό Του Σινεμά, το βλέπεις κάθε φορά που ένας νέος σταρ σαν τον Τίμοθι Σαλαμέ ή τον Γκλεν Πάουελ εξηγεί πώς ήταν οι συμβουλές του Κρουζ που τους καθοδήγησαν, και το βλέπεις φυσικά όταν άνθρωποι σαν τον σκηνοθέτη Κρίστοφερ ΜακΚουάρι αποκτούν ηγετικό ρόλο στο σχηματισμό κάθε ταινίες του Κρουζ εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
Ο Κρουζ ξέρει πως φυσικά δε μπορεί παρά να έχει ηγετικό ρόλο σε όποιο σχηματισμό τον συμπεριλαμβάνει, αλλά φαίνεται πως πάντα θέλει να έχει γύρω του ένα στενό κύκλο ανθρώπων που εμπιστεύεται απόλυτα.
Κι αυτό αντικατοπτρίζεται στις ταινίες αυτού του franchise (σε σκηνοθεσία ΜακΚουάρι από την 5η και μετά). Αυτό που ξεκίνησε με την ταινία του Μπράιαν Ντε Πάλμα το 1996, με μια περιπέτεια που έκλεινε το μάτι στον θεατή και υπέσκαπτε την παράδοση, και συνεχίστηκε με το σίκουελ του Τζον Γου όπου πρακτικά δεν υφίσταται καν η ιδέα της ομάδας, έχει μετεξελιχθεί σταδιακά σε μια σειρά περιπετειών πάνω στη φιλία, στις συνδέσεις, και στο αναπόφευκτο του να βάλεις όλη σου την πίστη στις ενέργειες του Άλλου Ανθρώπου.
Η νέα ταινία, με τίτλο Επικίνδυνη Αποστολή: Η Έσχατη Τιμωρία, συνεχίζει από εκεί που μας άφησε το προηγούμενο φιλμ της σειράς, αν και διαφέρει ριζικά σε τόνο και σε ύφος. Η γοητεία, η ελαφρότητα, το παιχνιδιάρικο στιλ εδώ απουσιάζουν καθώς κυριαρχεί ένα μουντό κλίμα, σε σημεία σχεδόν πένθιμο. Είναι υποθέτω η συνειδητοποίηση του ότι ζεις κυριολεκτικά σε μια περίοδο Αποκάλυψης, με τον πλανήτη να μοιάζει στο όριο της απόλυτης καταστροφής.
Στην ταινία αυτό το συναίσθημα προσωποποιείται από την απειλητική Οντότητα, το διαβολικό ΑΙ της 7ης ταινίας που τώρα έχει ξεφύγει και προσπαθεί να πάρει των έλεγχο των πυρηνικών οπλοστασίων του πλανήτη. Το ΑΙ ξέρει πως ο Χαντ έχει στην κατοχή του ένα κλειδί που ανοίγει την πόρτα στον αρχικό του κώδικα – ο μόνος τρόπος να καταπολεμηθεί αυτή η πανίσχυρη οντότητα είναι να έρθει σε επαφή με μια «δηλητηριασμένη» εκδοχή του ορίτζιναλ εαυτού της.
Κι έτσι, απέναντι σε κυβερνήσεις, απέναντι στο χρόνο, απέναντι στην κοινή λογική, απέναντι ακόμα και στη μοίρα, ο Ίθαν και η ομάδα του –μια συλλογή περίεργων, διαφορετικών ατόμων κάθε πιθανής προέλευσης ή σετ ικανοτήτων– θα προσπαθήσουν να εξολοθρεύσουν το ΑΙ και για να το κάνουν θα φτάσουν σε όλα τα βάθη και τα ύψη του κόσμου. Η ομάδα χωρίζεται, με διαφορετικές αποστολές, που απαιτούν έναν αδιανόητο συγχρονισμό και πίστη πως κάθε ένας και μία θα τα καταφέρουν, αλλιώς τίποτα δε θα έχει σημασία.
Η ταινία λέει ξανά και ξανά μέσα από εμψυχωτικούς λόγους ή μονολόγους, πως δεν υπάρχει μοίρα – πεπρωμένο είναι ό,τι γράφουμε εμείς. Αλλά είναι τέτοιος ο βαθμός πίστης στον συνάδελφο (και άρα εν τέλει συνάνθρωπο) που εναποθέτει ο Χαντ, δηλαδή η ταινία, δηλαδή ο Κρουζ, που καταλήγει να μοιάζει κάπως με συμπαντική εύνοια. Σε αυτή την απόλυτα αγνή έκφραση πίστης, ο Χαντ εκφράζει μια γεμάτη δράση και σασπένς εκδοχή του, «αν θες κάτι πολύ, το σύμπαν συνωμοτεί για να το αποκτήσεις».
Είναι μια ιδέα, που αν την διαβάσεις πιο σφαιρικά αποτελεί και την ύστατη πολιτική κιόλας τοποθέτηση του φιλμ, μια κραυγή ενότητας εν μέσω σκοταδιού και απόγνωσης.
Είναι μια ακραία liberal ιδέα το να προτείνεις πως ο αληθινός εχθρός γύρω μας είναι το ότι είμαστε χωρισμένοι και δεν εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλο, την ώρα που υπογραμμίζεται κιόλας πως χώρες σαν τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, το Ισραήλ, την Κίνα, ελέγχουν πυρηνικές κεφαλές – είναι σχεδόν παιδικό παραμύθι, αλλά είναι τόσο ακραία η πίστη της ταινίας σε αυτή την ιδέα και τόσο ανθρωποκεντρική η διάσταση που της δίνει, που δε γίνεται έστω και λίγο να μην σε συνεπάρει, κι ας είναι cheesy και αφελές.
Για την ακρίβεια, αυτή είναι μια γενικότερη στάση που έπιασα τον εαυτό μου να κρατά στη διάρκεια της ταινίας. Η οποία παρουσιάζει τις ιδέες της με έναν επαναλαμβανόμενο, άτσαλο τρόπο, με ένα μπουκωμένο exposition που επανέρχεται σα ρεφρέν μέσα από φαινομενικά ατελείωτες σεκάνς επεξηγήσεων που απλά δεν έχουν καθόλου αέρα μέσα τους. Αλλά… όταν έρχεται η ώρα να μπουν τα πάντα σε εφαρμογή, δεν μπορούσα να αντισταθώ στην ταινία.
Ναι, μιλάω για τις σκηνές δράσης. Οι οποίες είναι λίγες και πολύ συγκεντρωμένες, αλλά μου έφεραν την καρδιά στο στόμα. Ο Ίθαν παλεύει απέναντι στο χρόνο, στη μοίρα και στους νόμους της φυσικής, τόσο κάτω στα βάθη, όσο και ψηλά, στον αέρα. Είναι δύο ιδιαίτερα σεκάνς εξαιρετικά χαρτογραφημένες, που νιώθεις τη δράση να σπάει σε δωματιάκια και σε επίπεδα, και κάθε φορά που λες «δε μπορεί, αυτό ήταν», υπάρχει κι άλλο ένα επίπεδο που πρέπει να ξεπεραστεί… κι άλλο ένα, κι άλλο ένα.
Είναι ο ΜακΚουάρι κι ο Κρουζ να παίζουν τα χιτάκια; Σε ένα βαθμό ναι, αλλά τα πάντα είναι ανεβασμένα στο μέγιστο βαθμό, σε μια απίστευτη ισορροπία σασπένς, εικόνας και δράματος. Όσο η μισή ταινία μοιάζει να στέκεται ακίνητη και να επαναλαμβάνει πράγματα στον εαυτό της μπροστά στον καθρέφτη, τόσο η άλλη μισή μοιάζει σχεδόν καρμικά αποφασισμένη να φέρει εις πέρας την αποστολή της.
Και το κάνει, όπως ακριβώς και με τον αρχικό κώδικα της ΑΙ που λέγαμε παραπάνω, φτάνοντας μέχρι και την αρχή. Η ταινία είναι γεμάτη αναφορές σε παλιότερα κεφάλαια του franchise, άλλα περίτεχνα κι άλλα εντελώς άτσαλα. Κάποιες ματιές στο παρελθόν γίνονται μέσα από μοντάζ σκηνών σα να επρόκειτο για κάποιο αφιέρωμα στην τελετή των Όσκαρ(!), άλλες μέσα από παλαβά retcons (δεν είμαι φαν), και άλλες μέσα από απρόσμενες επιστροφές και κλεισίματα πλοκών που δεν ήξερες πως ήταν ακόμα ανοιχτές.
Όλα αυτά, ώστε να δοθεί όλο και πιο έντονα μια αίσθηση κρεσέντου, πως κάθε απόφαση οδηγούσε εδώ, πως να, αυτό είναι – τα πάντα συνέβησαν για ΑΥΤΗ τη σκηνή δράσης. Και μετά για αυτή. Και να, τώρα, για ετούτη.
Είναι δύσκολη η ισορροπία που τολμά η ταινία, και δεν του βγαίνει παντού του ΜακΚουάρι. Ακόμα κι οι απίθανες σκηνές δράσης δεν έχουν την ευρηματική κινητικότητα που παραδοσιακά βλέπαμε σε αυτά τα φιλμ, με τον Τομ Κρουζ σαν σύγχρονο Μπάστερ Κίτον να επιβιώνει το ένα ακραίο stunt μετά το άλλο. Είναι μια ταινία περίεργα δυσκίνητη, αυτή τη φορά.
Όμως τη διασώζουν πολλά πράγματα – ανάμεσά τους το ίδιο το καστ. Ναι, η ομάδα του Ίθαν, αυτή για την οποία (και ΜΕ την οποία) γίνονται όλα. Οι χαρακτήρες είναι απολαυστικοί και δεν υπάρχει κάποιος ή κάποια ανάμεσά τους που μοιάζει να είναι εκεί κατά λάθος, επειδή το απαιτούσε η πλοκή, και δίχως να έχει γραφτεί και ερμηνευτεί με έγνοια και αγάπη.
Από τις παλιοσειρές του Λούθερ (του απολαυστικά πάντα ακίνητου Βινγκ Ρέιμς) και του Μπέντζι (Σάιμον Πεγκ, ποιος να του τό ’λεγε) μέχρι τις κεντρικές (αντι)ηρωίδες που μας συστήθηκαν στο 7ο φιλμ: Την Γκρέις της Χέιλι Άτγουελ που ελέγχει με σιγουριά την οθόνη και την Πάρις της Πομ Κλεμεντιέφ που κλέβει διαρκώς και με ευκολία την παράσταση – και μέχρι μια προσθήκη-έκπληξη στην ομάδα που ξεκινά από το fan service αλλά καταλήγει σε κάτι το σχεδόν συγκινητικό χάρη ακριβώς στην αφοσίωση με την οποία παρουσιάζεται.
Εν τέλει αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο η ταινία έχει αποφασίσει να λειτουργεί συνολικά. Πιστεύει πως κάθε αστοχία ή αδυναμία θα σωθεί χάρη στην απόλυτη αφοσίωση των ιδεών και των ηρώων της. Αυτό συμβαίνει εξάλλου εδώ και τόσα χρόνια, αλλά τώρα πιο πολύ από ποτέ.
Στη διάρκεια της πρεμιέρας του φιλμ στις Κάννες, και μετά το standing ovation, ο ΜακΚουάρι κι ο Κρουζ μίλησαν με συγκίνηση για τα όσα πέτυχαν μέσα από αυτά τα φιλμ, για το καστ, για τους δεσμούς, για τα όσα πράγματα δοκίμησαν.
«Ως παιδί, δεν ταίριαζα με τους άλλους, και πολύ μεγάλο κομμάτι της ζωής μου ήταν παιχνίδια φαντασίας. Τώρα μεγάλωσα, κι έχω τη δική μου action figure», είπε ο ΜακΚουάρι, αναφερόμενος στο πώς ουσιαστικά στήνει εδώ και μια δεκαετία εξεζητημένες περιπέτειες με την action φιγούρα του Ίθαν Χαντ στα χέρια του.
«Είμαι ευγνώμων που για 30 χρόνια μπορούσα να σας διασκεδάσω με αυτό το franchise», πήρε τη σκυτάλη ο Κρουζ. Και γυρνώντας στον ΜακΚουάρι είπε, «είμαι ευγνώμων για σένα, φίλε μου. Κάθε βήμα που έχεις κάνει και το πώς έχεις μεγαλώσει αυτό τον κόσμο – πήγε πέρα από τις προσδοκίες μας. Δε βλέπω την ώρα να κάνω ένα μάτσο άλλες ταινίες μαζί σου, ανυπομονώ».
Φυσικά – η Επικίνδυνη Αποστολή του Ίθαν Χαντ μπορεί να τελείωσε, αλλά η ομάδα στην οποία ο Κρουζ εναποθέτει την πίστη του, δεν αλλάζει. Και να πω και κάτι; Κι εγώ ανυπομονώ.
Η ταινία “Επικίνδυνη Αποστολή: Η Έσχατη Τιμωρία” κυκλοφορεί στις 22 Μαΐου από την Feelgood Entertainment. Το 78 φεστιβάλ Καννών διεξάγεται 13-23 Μαΐου.