Βούτσης: “Το δημοψήφισμα θα μπορούσε να γίνει νωρίτερα” – Η μαρτυρία για την υποστήριξη του όχι

Διαβάζεται σε 18'
Βούτσης: “Το δημοψήφισμα θα μπορούσε να γίνει νωρίτερα” – Η μαρτυρία για την υποστήριξη του όχι
NEWS 24/7

Η συνέντευξη του Νίκου Βούτση στο NEWS 24/7 για το ντοκιμαντέρ Δημοψήφισμα 2015: Η ανατομία μίας ιστορικής στιγμής”.

Ολη η συνέντευξη του Νίκου Βούτση στο NEWS 24/7 για τις ανάγκες του ντοκιμαντέρ “Δημοψήφισμα 2015: Η ανατομία μίας ιστορικής στιγμής”.

Πότε, σύμφωνα με τις δικές σας πληροφορίες και την ειδική σας εμπειρία, έγινε για πρώτη φορά νύξη για δημοψήφισμα εντός κυβέρνησης; Γιατί φαντάζομαι ότι αυτό δεν το ακούσατε πρώτη φορά στα τέλη Ιουνίου…

Ως ενδεχόμενο η προσφυγή στο δημοψήφισμα υπήρχε από τον Μάρτιο-Απρίλιο του 2015. Ήταν ένα από τα ενδεχόμενα που ήμασταν υποχρεωμένοι ως κυβέρνηση να έχουμε στο τραπέζι. Η προετοιμασία του Υπουργείου Εσωτερικών ήταν έγκαιρη και συνεπής.

Έγινε σε χρόνο που δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα με τις τράπεζες. Έγινε σε χρόνο που υπήρχε διαθεσιμότητα από όλες τις υπηρεσίες του Υπουργείου για να κάνουν τους σχετικούς πίνακες, τις διοικητικές πράξεις, την προετοιμασία για τους δικαστικούς αντιπροσώπους, τις εκκαθαρίσεις των καταλόγων. Μπορώ να σας πω ότι αναφέρομαι στο διάστημα του Πάσχα του Απριλίου του 2015. Ήταν ένα από τα ενδεχόμενα που ήμασταν υποχρεωμένοι να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας.

Βεβαίως εκείνο το διάστημα υπήρχε ένα πιγκ πονγκ προτάσεων ανάμεσα στους θεσμούς και την κυβέρνηση που δημιουργούσε κάθε φορά μία αισιοδοξία ότι θα μπορούσε να βρεθεί λύση. Όπως επίσης υπήρχαν συγκεκριμένες ημερομηνίες που το ελληνικό κράτος έπρεπε να δώσει μεγάλα ποσά δόσεων. Μέσα σε εκείνη τη φάση γονιμοποιήθηκε αρχικά το ενδεχόμενο μιας τέτοιας πρωτοβουλίας.

Από εκεί και πέρα, ερχόμαστε στον Ιούνιο πια, όπου δυστυχώς όλα δείχνουν ότι δεν υπάρχει καλή διάθεση για το κύριο ζήτημα, τη διευθέτηση του χρέους. Αυτό ήταν το κύριο ζήτημα. Ταυτόχρονα προφανώς εξαντλούνται τα αποθέματα στην ελληνική πλευρά και άρα έπρεπε να ληφθούν κάποιες ριζικές αποφάσεις στο βαθμό που δεν ήταν διατεθειμένοι οι εταίροι να δώσουν παράταση για την χρηματοδότηση.

Μπορώ να σας πω ότι μας το γνωστοποίησε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, στο Κυβερνητικό Συμβούλιο και ύστερα στο Υπουργικό Συμβούλιο. Έγινε μια ενδελεχής συζήτηση για όλα.

Είχε μια καταρχήν διαβεβαίωση ο Πρωθυπουργός, προφανώς μόνο ο ίδιος μπορεί να μιλήσει για τέτοια ζητήματα. Εγώ απλώς λέω ότι υπήρχε μια καταρχήν διαβεβαίωση ότι θα μπορούσε να συνεχιστεί η χρηματοδότηση και να μην υπάρχει ενδεχόμενο κλεισίματος τραπεζών.

Έχει ενδιαφέρον όμως ότι το ίδιο πρωί, χωρίς να ξέρουμε καθόλου τι σκέψεις υπήρχαν έξω και απλώς έχοντας την είδηση ότι είχε αποτελματωθεί η συζήτηση, σε άτυπη σύσκεψη κομματικών στελεχών και υπουργών είχαμε σκεφτεί ότι έπρεπε να πάμε σε δημοψήφισμα. Χωρίς να υπάρχει καμία μεταξύ μας συζήτηση. Δηλαδή η πρόταση του Πρωθυπουργού ήρθε σαν ένα ώριμο φρούτο.

Άρα προχωρήσαμε στη διαδικασία έτσι ώστε την επόμενη μέρα να διεξαχθεί η συζήτηση στη Βουλή.

Το ίδιο βράδυ της απόφασης έγιναν τα εξής:

Ο Πρωθυπουργός ήρθε σε επαφή με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας και με ξένους υψηλόβαθμους παράγοντες. Προσωπικά είχα επιφορτιστεί να ενημερώσω τους αρχηγούς των κομμάτων της Αντιπολίτευσης. Μίλησα με τον κύριο Σαμαρά και με άλλους προέδρους και τους ενημέρωσα ότι ο Πρωθυπουργός μετά τις 12:30 τα μεσάνυχτα θα προχωρήσει σε διάγγελμα και ότι την επόμενη μέρα θα συνεδρίαζε η Βουλή.

Ο χρόνος του δημοψηφίσματος ήταν ένα από τα στοιχεία το οποίο πίεζε χρονικά, δεν θα μπορούσε αυτό να κρατήσει για πάρα πολύ καιρό. Ο χρόνος ήταν ένα από τα ζητήματα που μας απασχόλησαν ιδιαίτερα.

Θέλαμε ακριβώς να είναι μια διαδικασία η οποία να δώσει μια αποτίμηση σε επίπεδο λαϊκής προσδοκίας και με βάση αυτή να τροποποιηθεί προφανώς το πεδίο περαιτέρω διαπραγμάτευσης. Το ότι είπαμε πως θα γίνει δημοψήφισμα τόσο γρήγορα έχει να κάνει ακριβώς με αυτή τη διαδικασία που σας είπα νωρίτερα, δηλαδή ότι υπήρχε μια σχετική προετοιμασία.

Στην Βουλή το Σάββατο – μάλιστα είχα την τιμή εκ μέρους της κυβέρνησης να κάνω και τη σχετική εισηγητική ομιλία – έγινε μια πάρα πολύ σοβαρή διαδικασία επί των συνταγματικών ενστάσεων τις οποίες έφερε η αντιπολίτευση και τις οποίες ανέλυσε ο κύριος Βενιζέλος.

Κατατέθηκαν αυτές οι ενστάσεις ότι δεν έπρεπε να γίνει δημοψήφισμα. Μιλούσαμε πάντοτε προφανώς για το ότι υπήρχε ο ειδικός νόμος για το δημοψήφισμα που είχε ψηφιστεί το 2011 ο οποίος παρέπεμπε στον εκλογικό νόμο που είναι εφαρμοστικός νόμος της συνταγματικής πρόνοιας. Και γύρω από αυτό έγινε κουβέντα.

Αντέκρουσε τον κύριο Βενιζέλο ο Νίκος Φίλης ως κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος επικαλέστηκε, και είχε ενδιαφέρον αυτό, απόψεις έγκριτων συνταγματολόγων, όπως ο κύριος Σωτηρέλης, ο κύριος Μανιτάκης οι οποίοι ανεξάρτητα από το αν ήταν υπέρ του ναι ή του όχι θεωρούσαν ότι έπρεπε να γίνει δημοψήφισμα.

Εκεί υπήρξε η επίκληση εκ μέρους του κυρίου Βενιζέλου για να παρέμβει ο πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος. Μπήκε και αυτό πάνω στο τραπέζι. Η Νέα Δημοκρατία αποχώρησε από την αίθουσα. Δεν συμμετείχε στην ψηφοφορία το ΚΚΕ. Το ΚΚΕ είπε ότι ψηφίζει ΟΧΙ και στις προτάσεις των θεσμών και στις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης για διαπραγμάτευση. Προσέθεσε όμως ότι θεωρεί ότι στην απόφαση πρέπει να συμπεριλαμβάνονται η αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων.

Πώς βιώνετε πολιτικά, προσωπικά το διάστημα από την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος μέχρι τη διεξαγωγή του και ποια προβλήματα κληθήκατε να λύσετε εκείνη την εβδομάδα;

Επί της ουσίας του δημοψηφίσματος και της διεξαγωγής του, δεν υπήρξε καμία απολύτως ένσταση. Δεν έγινε κανένα επεισόδιο, δεν υπήρξε οτιδήποτε που να δημιουργήσει περαιτέρω ένα πεδίο διχασμού και αμφισβήτησης Η αμφισβήτηση ήταν προφανώς πολύ μεγάλη σε πολιτικό επίπεδο.

Εδώ έχουμε να κάνουμε κατά την γνώμη μου με μια πολύ καλή δουλειά που έγινε από όλους τους αρμόδιους φορείς, όπως ήταν υποχρεωμένοι να κάνουν αλλά έχουμε να κάνουμε και με την ωριμότητα του λαού.

Θέλω να σας πω ευθύτατα ότι δεν υπήρξε επεισόδιο όχι μόνο κατά τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος αλλά και όλη την εβδομάδα. Στα ATM όπου πράγματι υπήρχαν ουρές δεν υπήρξαν επεισόδια, δεν υπήρξε κατακραυγή και διχασμός.

Ίσως βλέποντας εκ των υστέρων τα πράγματα η μεγάλη πλειοψηφία, που επιτρέψτε μου να πω ήταν λαϊκή πλειοψηφία, φαίνεται πως έδειξε αυτή την ωριμότητα γιατί άπαντες αντιλαμβάνονταν πως ήταν μια πάρα πολύ σοβαρή διαδικασία. Περίμενε την Κυριακή ο καθένας ώστε να εκφράσει την άποψη του και να δώσει τη δική του συμβολή.

Να ξέρετε για το αποτέλεσμα ότι σύμφωνα με τον ειδικό νόμο για τα δημοψηφίσματα μόνο αν συμμετείχε ποσοστό 40% και πάνω των εγγεγραμμένων θα ήταν έγκυρο το δημοψήφισμα.

Τώρα μέσα στη βδομάδα υπήρξαν κάποιες τεχνικές και επικοινωνιακές δυσκολίες, στις οποίες επιτρέψτε μου να αναφερθώ. Είναι προφανές πως αυτή η πρωτόγνωρη διαδικασία, διότι ήταν το πρώτο δημοψήφισμα που έγινε μετά την Μεταπολίτευση, έλαβε χώρα σε συνθήκες με κλειστές τις τράπεζες. Πράξη στην οποία προχώρησαν οι θεσμοί. Εχθρική πράξη για τη χώρα μας διότι είχε ζητηθεί μια παράταση έστω για το χρόνο που θα γινόταν το δημοψήφισμα. Αυτή την παράταση δεν την έδωσαν. Και δεν ήταν μόνο ο Σόιμπλε, για να είμαστε σαφείς.

Ανατρέξτε στις δηλώσεις του Σουλτς, για παράδειγμα, στις οποίες με σαφήνεια λέει ότι σκοπός είναι να βγει το ΝΑΙ στο δημοψήφισμα, να φύγει άμεσα η κυβέρνηση Τσίπρα, να σχηματιστεί κυβέρνηση τεχνοκρατών, η οποία θα ψηφίσει όλα τα μνημόνια και ύστερα πλέον να γίνουν εκλογές για την πολιτική διαχείριση του θέματος. Για τη βιωσιμότητα του χρέους μέσα στη βδομάδα είχε βγει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και είχε πει ότι μόνο ένα κούρεμα της τάξης του 30% θα έκανε το χρέος βιώσιμο προς ρύθμιση.

Η κυβέρνηση ήθελε μία συμφωνία της οποίας ο κεντρικός πυρήνας να εμπεριέχει τη ρύθμιση του χρέους. Δηλαδή να μην είναι υποχρεωμένη η χώρα να διαθέτει τον πλούτο της και τις παραγωγικές της δυνάμεις στην υπηρεσία της αποχρέωσης. Αλλά να είναι συγκεκριμένα κάθε φορά τα πλεονάσματα τα οποία πρέπει κάθε χρόνο να δίνει η χώρα για την αποχρέωση και όλο το υπόλοιπο να πηγαίνει στην ανάπτυξη.

Αυτό το αίτημα δεν είχε γίνει δεκτό. Είναι θέμα στο οποίο και ο κ. Βαρουφάκης στο βιβλίο του και άλλοι έχουν αναλυτικά αναφερθεί. Υπήρχαν πλευρές όπως ο κ. Τζακ Λιού, ο Αμερικανός Υπουργός Οικονομικών, ή κάποιες άλλες πλευρές μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΔΝΤ που βλέπανε το σωστό μιας τέτοιας πρότασης.

Μέσα στην εβδομάδα επιχειρησιακά έγινε μια άτυπη σύσκεψη στο γραφείο του πρωθυπουργού στην Βουλή για να υπάρξει ένα συντονισμός για τη διαχείριση όλων των κρίσιμων θεμάτων από τα συναρμόδια υπουργεία. Επάρκεια σε φάρμακα, στην ενέργεια, κτλ. Εκείνη την ημέρα θυμάμαι συγκεκριμένα επιλύθηκε με τη βοήθεια όλων των παραγωγικών τάξεων και όλων των παραγόντων μία σειρά κρίσιμων ζητημάτων. Δεν υπήρχε ο κίνδυνος τον οποίον επικαλούνταν επί μια ολόκληρη εβδομάδα ακόμα και έγκριτες εφημερίδες ότι πάμε για χρεοκοπία, ότι θα έχουμε έλλειψη τροφίμων κτλ. Αυτά είχαν επιλυθεί.

Το ότι δεν είχαμε λεφτά επειδή βρίσκονταν σε εξέλιξη τα Capital Controls το γνωρίζαμε. Γινόταν μια συνεννόηση κάθε πρωί με τον κύριο Μάρδα. Βρήκαμε κονδύλια για παράδειγμα για τους δικαστικούς αντιπροσώπους. Βρίσκαμε λύσεις για όλα τα ζητήματα.

Υπήρχε συνεπώς άψογη οργάνωση και λειτουργία τόσο σε διοικητικό όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο ενώ άριστη ήταν και η τεχνική προετοιμασία. Μοναδική εξαίρεση η έλλειψη των φακέλων. Και σε αυτό το ζήτημα όμως βρήκαμε τη λύση.

Ερχόμαστε όμως στη μεγάλη αντιπαράθεση που υπήρξε μέσα στη βδομάδα και με αυτό κλείνω τα της βδομάδας για το ζήτημα της επικοινωνίας. Ο συγκεκριμένος νόμος για την διεξαγωγή δημοψηφίσματος προνοεί να υπάρχουν ως μόνες υπεύθυνες δύο επιτροπές, η μία του ΝΑΙ κι η άλλη του ΟΧΙ.

Η επιτροπή του ΝΑΙ φτιάχτηκε σε χρόνο μηδέν. Δεν είχε μόνο τη Νέα Δημοκρατία και τα κόμματα αυτού του τόξου που είχαν ήδη τοποθετηθεί μέσα στη Βουλή. Είχε και πάρα πολλούς κοινωνικούς φορείς και βέβαια και τη ΓΣΕΕ μαζί με τον ΣΕΒ, το Δικηγορικό Σύλλογο Αθήνας και πάρα πολλά Επιμελητήρια της χώρας.

Η Επιτροπή του ΟΧΙ επί της ουσίας δεν συγκροτήθηκε ποτέ. Διότι πέραν των κομμάτων που καθένα με εντελώς δικιά του οπτική έβλεπε το ΟΧΙ υπήρχε ένα κράτημα σε πολλούς κοινωνικούς φορείς να μην φανεί ότι βάζουν πλάτες στην ελληνική κυβέρνηση. Και έτσι φορείς όπως ο Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιά, η ΑΔΕΔΥ και η ΟΛΜΕ δεν ήθελαν να συμπαραταχθούν με την κυβερνητική απόφαση.

Δεν την κρίνω ως απόφαση, εξιστορώ μόνο τα γεγονότα. Άρα τη μάχη την έδωσαν πρόσωπα, παράγοντες, δημοσιολογούντες, επιστήμονες και βέβαια ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Εδώ έχει σημασία να πούμε ότι υπήρξε ένα πολύ μεγάλο διεθνές κύμα αλληλεγγύης και συμπαράστασης με πολύ μεγάλα ονόματα επιστημόνων, διανοούμενων για την Ελλάδα και την Ευρώπη. Μια συγκινητική αλληλεγγύη σε αντίθεση με την πλειοψηφία των δημοσιολογούντων στο εσωτερικό της χώρας που ήταν απέναντι.

Θέλω να επισημάνω, διότι πριν από λίγο καιρό έγινε η ταφή του Πάπα Φραγκίσκου, ότι ο Πάπας είχε δώσει έμμεσα τη δικιά του άποψη. Ότι δηλαδή η ανθρώπινη αξιοπρέπεια πρέπει να είναι πάντοτε στο κέντρο οποιασδήποτε πολιτικής ή τεχνικής συζήτησης διεθνώς. Που ήταν μία πολύ σημαντική, έμμεση μεν, στήριξη της κοινωνικής ανθρώπινης διάστασης.

Υπήρξε το ζήτημα με τα Μέσα Ενημέρωσης. Εννοώ τον ηλεκτρονικό τύπο και τα ραδιοτηλεοπτικά Μέσα. Οι εφημερίδες από την άλλη, ο έντυπος τύπος, έχει γραμμή, εκφράζει άποψη. Ο εκλογικός νόμος δεν αφορά στις εφημερίδες. Οι εφημερίδες δεν έχουν την υποχρέωση να φιλοξενούν συγκεκριμένα ποσοστά των απόψεων. Και γι’ αυτό σας είπα και προηγουμένως ότι έγκριτη, μεγάλη εφημερίδα από τη Δευτέρα μέχρι την Παρασκευή έδωσε ρεσιτάλ εκφοβισμού υπέρ του ΝΑΙ και κατά του ΟΧΙ. Ήταν πολιτική άποψη.

Αντίθετα υπήρχε πολιτική άποψη, ως μη όφειλε, στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, δηλαδή στις τηλεοράσεις. Και μάλιστα στα κεντρικά κανάλια πανελλαδικής εμβέλειας.

Εκεί υπήρχε συγκεκριμένη υποχρέωση για τα ποσοστά, όπως γίνεται σε όλες τις εκλογές. Την καταστρατήγησαν πλήρως. Δηλαδή υπήρξαν κανάλια που τις κρίσιμες μέρες μετέδιδαν μόνο ότι γινόταν από την πλευρά του ΝΑΙ χωρίς να παρουσιάζουν οτιδήποτε από εκείνη του ΟΧΙ.

Ήρθα, ατύπως, σε προσωπική επαφή με διευθυντικά στελέχη και ιδιοκτήτες των Μέσων. Μπορώ να πω έμεινα έκπληκτος από τον τρόπο που οι περισσότεροι ή οι περισσότερες που είχαν την ευθύνη για αυτή την κατάσταση αντιμετώπισαν την κατάσταση. Απολύτως απροσχημάτιστα διατύπωναν την άποψη ότι “εντάξει μπορεί να λέει αυτά ο νόμος, αλλά εμείς θα κάνουμε αυτό”. Διότι όπως έλεγαν πρέπει να σωθεί η χώρα και να μην πάει στα βράχια. Καθαρά πράγματα.

Σας το λέω διότι έγινε ύστερα και σχετική συζήτηση. Έχει γράψει πάρα πολλά και ο κύριος Πλειός, μέλος τότε του Δ.Σ. του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ).

Αυτή λοιπόν ήταν μια μεγάλη δυσκολία επικοινωνιακή η οποία φαίνεται όμως ότι όχι μόνο δεν επηρέασε αλλά από ένα σημείο και ύστερα ενδεχομένως λειτούργησε και αντίστροφα. Και είχαμε ένα αποτέλεσμα που εγώ το χαρακτηρίζω μια πράξη χειραφέτησης ενός κόσμου.

Χειραφέτηση όχι μόνο από τα κόμματα αλλά χειραφέτηση και από πλευρές του συστήματος, όπως τα ΜΜΕ.

Υπήρχαν περίπτερα “ντυμένα” μόνο με εφημερίδες του ΝΑΙ και από το πρωί μέχρι το βράδυ κανάλια εθνικής εμβέλειας που έπαιζαν αυτά που έπαιζαν. Δεν επηρεάστηκαν οι πολίτες παρά το γεγονός του κλεισίματος των τραπεζών.

Αυτό έχει μεγάλη σημασία διότι σημαίνει μια σε βάθος κοινωνική διεργασία, η οποία υπήρξε αφορμή και του δημοψηφίσματος.

Οι προβλέψεις όλης της εβδομάδας σε αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις ήταν ότι θα υπερισχύσει το ΝΑΙ.

Για πρώτη φορά οι δημοσκόποι έδωσαν ενδεχόμενη πιθανή ισοπαλία το πρωί της Κυριακής. Και για πρώτη φορά σε ένα pro-exit poll ο κ. Φαναράς, αν δεν κάνω λάθος, έδωσε μια υπεροχή, όχι τόσο μεγάλη όμως, του ΟΧΙ. Το αποτέλεσμα ήταν εντελώς έξω από οποιαδήποτε εκτίμηση κομματικών επιτελείων και δημοσκόπων.

Είχα την τιμή στις 9 το βράδυ από το Υπουργείο Εσωτερικών, να ανακοινώσω το σχετικό αποτέλεσμα.

Ποτέ δεν φλέρταρε η κυβέρνηση με το ενδεχόμενο εξόδου της χώρας από το Ευρωπαϊκό σύστημα και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είμαι κατηγορηματικός σε αυτό.

Με αυτό φλέρταρε μόνο ο κ. Σόιμπλε που έδινε και 70 δισεκατομμύρια για να προχωρήσει. Ο Αλέξης Τσίπρας έκανε δήλωση μέσα στην εβδομάδα δημόσια στην οποία ξεκαθάρισε για μία ακόμα φορά αυτό το διακύβευμα, αυτό το επίδικο σε σχέση με την κυβέρνηση και την πολιτική της κυβέρνησης. Και το ίδιο είπε και στη μεγάλη εκδήλωση του Παρασκευής. Στο ίδιο μήκος κύματος και το διάγγελμά του, μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, την Κυριακή το βράδυ.

Είναι αλήθεια ότι για να γίνει αυτή η παρέμβαση υπήρχε μία σειρά διεθνών εξελίξεων γύρω από την πρόταση Γιούνκερ. Σημειωνόταν ότι αυτή δεν ήταν η τελική πρόταση και επομένως δεν ήταν αυτή την οποία καλούνταν να υπερψηφίσουν ή να καταψηφίσουν οι πολίτες. Αντίθετα θα μπορούσε να έρθει μία βελτιωτική ή μία άλλη πρόταση.

Και αυτό γονιμοποίησε μία συζήτηση στο εσωτερικό της χώρας. Σε ένα βαθμό και στο εσωτερικό του κυβερνητικού μπλοκ. Δεν κατατέθηκε ποτέ πρόταση αναβολής του δημοψηφίσματος είτε δημόσια είτε μέσα στα όργανα, στο κυβερνητικό και υπουργικό συμβούλιο.

Υπήρχαν όμως αυτές οι ιδέες, αυτές οι σκέψεις, αυτές οι βολιδοσκοπήσεις από τον διεθνή παράγοντα και προς τα στελέχη της κυβέρνησης, που διαμόρφωναν ένα κλίμα, είναι αλήθεια.

Έπρεπε να αντιμετωπιστεί το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο τότε και ιδιαίτερα η προπαγάνδα της Νέας Δημοκρατίας και τα πρωτοσέλιδα που είχαν τίτλους για έξοδο της Ελλάδας από την Ε.Ε. και το ευρώ. Ήταν υποχρεωμένος και το έκανε ο πρωθυπουργός να βγαίνει και να λέει με κάθε ευκαιρία ότι εμείς θέλουμε μια καλύτερη διαπραγμάτευση.

Το αποτέλεσμα είναι αυτό που ξέρουμε.

Σήμερα, δέκα χρόνια μετά, υπάρχει απάντηση για το αν έπρεπε να γίνει το δημοψήφισμα; Δεύτερον, αυτό που έγινε μετά, συνιστά προδοσία της λαϊκής βούλησης, όπως πολλοί εξ αριστερών σήμερα σας κατηγορούν;

Θα σας πω ευθέως την προσωπική μου άποψη, η οποία προφανώς είναι μία από τις απόψεις των μελών της τότε κυβέρνησης και βεβαίως τον πρώτο λόγο είχε ο Πρωθυπουργός και το υπεύθυνο οικονομικό και πολιτικό επιτελείο.

Θεωρώ ότι το δημοψήφισμα έπρεπε να γίνει οπωσδήποτε. Ίσως θα έπρεπε να υπάρχει η τόλμη να γίνει πιο νωρίς.

Για ποιο λόγο;

Γιατί δεν θα υπήρχε το κλίμα του εξαναγκασμού και το μεγάλο ρίσκο με τις κλειστές τράπεζες που μας επέβαλε ο ξένος παράγοντας. Αυτή είναι η αλήθεια. Εάν είχε καταλήξει νωρίτερα το επιτελείο στην άποψη ότι δεν μπορούσε να προχωρήσει και χρειαζόταν μία προώθηση, μία πίεση του λαϊκού παράγοντα για να πάνε καλύτερα τα πράγματα, οπωσδήποτε θα είχε άλλη δραματικότητα αλλά ίσως μεγαλύτερη θετική επίπτωση .

Υπό αυτήν την έννοια σας λέω ότι κατά την γνώμη μου θα ήταν προτιμότερο να γίνει μία άλλη στιγμή. Σε ότι αφορά την κριτική για δήθεν απεμπόληση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, δεν θα συμφωνήσω.

Τουλάχιστον για τρεις διαφορετικούς λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι η συμφωνία άνοιγε το δρόμο να επιλυθεί το θέμα του χρέους. Όταν συνομολογήθηκε αυτό το τρίτο μνημόνιο και πέρασε από την Βουλή έγιναν εκλογές. Δηλαδή ο πρωθυπουργός προκάλεσε εκλογές όχι αναίτια.

Οι εκλογές ήταν υποχρεωτικό να γίνουν διότι η κυβέρνηση έχασε περίπου 40 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που δεν ψήφισαν τη συμφωνία. Έτσι έπεσε κάτω από τις 120 ψήφους στη Βουλή. Το 120 είναι το κάτω κατώφλι με βάση το οποίο μπορεί ένας νόμος να εγκριθεί στη βουλή. Εκείνη τη στιγμή λοιπόν η κυβέρνηση κατέδειξε μεγάλη αδυναμία ως κυβερνητικό μπλοκ. Δύο ενδεχόμενα υπήρχαν, ή να γίνει μια άλλη κυβέρνηση με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις που είχαν οδηγήσει στην κρίση ή να τεθεί υπόψιν του λαού αυτή η εξέλιξη και η συμφωνία η οποία υπήρξε.

Και πράγματι η συμφωνία σημείο προ σημείο ήταν στοιχείο της προγραμματικής πολιτικής διαμάχης που υπήρξε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Εκεί και πάλι ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 35%. Ένα πρώτο ζήτημα λοιπόν είναι ότι υπήρξε μια λαϊκή ανοχή. Ο λαός θεώρησε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να τα πάει καλύτερα.

Είχαμε εγγυηθεί και το «παράλληλο πρόγραμμα», για το οποίο πράγματι κάναμε μεγάλες προσπάθειες να εφαρμοστεί ως αντίρροπη πολιτική σε σχέση με τα υπεσχημένα του μνημονίου. Και αυτό πέρασε μέσα από εκλογές. Το δεύτερο ζήτημα είναι ότι επιλύθηκε το ζήτημα του χρέους και δημιουργήθηκε ένας ανοικτός διάδρομος.

Το κρίσιμο λοιπόν ζήτημα το οποίο δεν άφηνε οποιαδήποτε εξέλιξη προηγούμενα μπήκε στις ράγες για να επιλυθεί. Ύστερα δεν έγινε ποτέ δεκτή η πρόταση για μια «πιστοληπτική γραμμή στήριξης», η οποία ήταν επί της ουσίας ένα κρυφό μνημόνιο. Αυτή η πρόταση είχε διατυπωθεί όταν φτάσαμε πια στην τελική φάση για την αποτίμηση της παρουσίας της χώρας με το μνημόνιο ή χωρίς το μνημόνιο το 2018 πια, ευτυχώς δεν βρήκε «ευήκοα ώτα» στην κυβέρνηση.

Ποτέ δεν είπαμε ότι θα οδηγούσαμε σε διακοπή των συνομιλιών εκ μέρους της χώρας, πόσο μάλλον με κλειστές τις τράπεζες ή σε μία απαίτηση για κούρεμα όλου του χρέους.

Δεν είχαμε ποτέ αυτές τις αντιλήψεις, δεν τις είχαμε συζητήσει. Υπήρχαν άλλες σκέψεις ότι θα μπορούσε να ήταν ακόμα καλύτερη η συμφωνία η οποία επιτεύχθηκε. Πάνω σε αυτά έχουν απαντήσει όσοι διαπραγματεύτηκαν τη συμφωνία. Όπως για το περίφημο Ταμείο, ποια ήταν η πρόταση των θεσμών, τι τελικά έγινε ή για άλλα στοιχεία της συμφωνίας, για το θέμα των ιδιωτικοποιήσεων. Πολύ κρίσιμα ζητήματα.

Όλα αυτά έχουν απαντηθεί και παραμένουν έως σήμερα στοιχεία αμφισβήτησης και ενστάσεων δημόσιας συζήτησης. Δεν στοιχειοθετούν ωστόσο ότι θα έπρεπε τότε να παραιτηθεί η κυβέρνηση.

Η Νέα Δημοκρατία ήθελε να αναδείξει για να δημιουργήσει πρόβλημα από τα αριστερά στην κυβέρνηση ότι υπήρξε, ας πούμε, κοροϊδία σχέση με το δημοψήφισμα.

Σέβομαι όλες τις απόψεις. Υπήρχε μία τρίτη, μία τέταρτη άποψη πέραν του τι λένε κάποιοι ορισμένοι καλοπροαίρετα να ήμασταν πιο εντατικοί, να ήμασταν πιο σκληροί στη διαπραγμάτευση. Άλλη πρόταση όμως δεν κατετέθη παρά αυτή που εν τέλει οδηγούσε στην έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση με ή όχι το χαρτζιλίκι του Σόιμπλε. Έστω κι αν μέναμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπως λέγανε, ενώ θα φεύγαμε από τον πυρήνα του ευρώ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα