Μπορεί να κλείσει η περίοδος της ματαιότητας;

Διαβάζεται σε 6'
Μπορεί να κλείσει η περίοδος της ματαιότητας;
Nikos Libertas / SOOC

Παρά τις συνεχείς αποκαλύψεις, η ελπίδα για αλλαγή μοιάζει ολοένα και πιο αδύναμη, καθώς η αίσθηση της ματαιότητας και της πολιτικής αδυναμίας επεκτείνεται.

Σε μια χώρα χωρίς σοβαρά θεσμικά αντίβαρα, το μόνο αντίβαρο που μετράει είναι η αντιπολίτευση. Πολιτική ή κοινωνική. Τα υπόλοιπα ασθενούν ή απλώς υπάρχουν μόνο για τους τύπους. Ακόμα και στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα περίφημα checks and balances πλέον ατροφούν σε βαθμό κακουργηματικό και ο Πρόεδρος κάνει ό,τι πραγματικά θέλει.

Στην Ελλάδα τι θα περίμενε κανείς με έναν πρωθυπουργό Βοναπάρτη; Εδώ είναι σαν να έχουμε έναν πανίσχυρο Πρόεδρο αυτοκρατορικού τύπου και όχι φυσικά συντονιστή της κυβέρνησης η οποία «καθορίζει και κατευθύνει την πολιτική της χώρας» (82 Σ). Αδιανόητες πολιτειακές εξουσίες για τον Έλληνα πρωθυπουργό. Αυτός, ως γνωστόν, επανέρχεται δήθεν στον συνταγματικά προσήκοντα ρόλο, αυτόν του συντονιστή, όταν αποκαλύπτονται οι αμαρτίες. Τότε «δεν ξέρει».

Κάπως έτσι, η αίσθηση του κενού εδραιώνεται. Γίνεται απελπισία. Μοιάζει ανώφελο που διαμαρτυρόμαστε για τη δημοκρατία, τα δικαιώματα και το κράτος δικαίου. Μπορεί να είμαστε ακόμα και «βολικοί» που αναδεικνύουμε αυτά τα θέματα ενώ οι κυβερνώντες συνεχίζουν να μοχλεύουν δημόσιο χρήμα, να καταχρώνται δημόσια περιουσία, να μοιράζουν επιδοτήσεις αλά ΟΠΕΚΕΠΕ, να αγοράζουν, να δανείζουν, να συμβουλεύουν επιχειρήσεις και funds, να πλουτίζουν με λεφτά του κράτους. Και μείς να «φλυαρούμε» για δικαιώματα εργαζομένων, φτώχεια, υποκλοπές, ναυάγια, μετανάστες χωρίς χαρτιά, χειραγωγούμενη δικαιοσύνη και ανεξάρτητες αρχές.

Τέτοια ειδημοσύνη για το χρήμα, είναι αλήθεια, δεν την έχουμε. Αυτοί πάλι ξέρουν. Τούτη τη δουλειά κάνανε κάποιοι ως ιδιώτες, αυτή συνεχίζουν ως ταγοί του δημοσίου συμφέροντος. Γράφω «ταγοί του δημοσίου συμφέροντος», αυτοσαρκαζόμενος, με μια αγανάκτηση που σπάνια θυμάμαι να με κυριεύει. Μου έλεγε ερευνητής δημοσιογράφος τον οποίο εκτιμώ απεριόριστα ότι αυτά με τα οποία ασχολούμαστε «εξυπηρετούν», κατά κάποιον κυνικό τρόπο, την κυβέρνηση. Επείσθην δυστυχώς. Άλλα πονάνε.

Ο γράφων ανήκει κατεξοχήν σε αυτούς τους μειοψηφικούς που έχουν μάλλον γίνει βαρετοί στη δημόσια σφαίρα με την επανάληψη της αναφοράς στις πρακτικές απαξίωσης των ανθρώπων: υποκλοπές, Πύλος, ιθαγένεια, αστυνομική βία, ευτελισμός των θεσμών, χειραγώγηση ανεξαρτήτων αρχών και δικαιοσύνης, ατιμωρησία, έλλειμμα πλουραλισμού στην ενημέρωση …

Ασύδοτοι οι κρατούντες αδιαφορούν. Μόνο τα Τέμπη τους κλόνισαν. Τώρα ζορίζονται κάπως με το φαγοπότι του ΟΠΕΚΕΠΕ που δείχνει την ακατάσχετη βουλιμία και διαχρονική φαυλότητα της παράταξης που κυβερνάει αυτόν τον τόπο, κάνοντας ένα ακόμη damage control. Μέχρι σήμερα πάντως, με αυτή τη μεροληπτική επικοινωνιακή ομοβροντία των μίντια, την δικαιοσύνη σε χειμέριο ύπνο και την Αριστερά σε συνθήκη συντριβής, τα καταφέρνουν. Τα καταφέρνουν κυρίως, ωστόσο, διότι ο λαός γνωρίζει και δεν εκπλήσσεται από τη φαυλότητα. Έχει μάθει και ζει μέσα, από και παρά αυτήν. Γι’αυτό, εκπλήσσομαι που κάποιοι στην Αριστερά κάθε φορά που αποκαλύπτεται ένα σκάνδαλο της Δεξιάς περιμένουν ότι θα πέσει η κυβέρνηση. Αν ήταν η Δεξιά να πέφτει υπό το βάρος των σκανδάλων της, δεν θα έκανε άλλη δουλειά…

Κάνω όμως εδώ και μια προσωπική αυτοκριτική. Λυπάμαι που μπορεί να υπήρξαμε και μέρος αυτού του προβλήματος, να λειτουργήσαμε και ως οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» των θεσμών, της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων. Αναφέρομαι, ασφαλώς, και σε μένα προσωπικά. Κάποιοι άλλοι – δυσανάλογα πολλοί πλέον – κυβερνάνε ως golden boys της πολιτικής που μοιράζουν γενναιόδωρα χρήμα προς άμβλυνση των ηθικών αναστολών των από κάτω ορόφων. Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Να την πάλι η ελληνική πυραμίδα. Και όλα αυτά, πριν καν κλείσει δεκαπενταετία από τη χρεοκοπία της χώρας. Χωρίς αιδώ. Και εμείς ασχολούμαστε με δικαιώματα, λογοδοσία, δημοκρατία και με κάτι «ανοησίες» που διευκολύνουν το έργο που εκείνοι ακάματοι συνεχίζουν.

Ποτέ δεν ασχοληθήκαμε με κείνα που δεν μας ενδιέφεραν και δεν ξέραμε. Αυτό όμως δεν είναι «ηθικό πλεονέκτημα» όπως ανιστόρητα κάποιοι αριστεροί πιθανώς ακόμη νομίζουν. Είναι η ιστορία της Ελλάδας. Για λόγους που αφορούν αυτή την ιστορία, οι περισσότεροι δεν γίναμε σύμβουλοι επιχειρήσεων. Ο εμπορικός ανταγωνισμός δεν είναι το φόρτε μας. Δεν ξέρουμε από οπλικά συστήματα και τις μίζες τους. Ακούμε με δέος για εκατομμύρια, δισεκατομμύρια ευρώ σε εταιρίες πληροφορικής και τεχνολογίας. Σε αυτά δεν έχουμε επαρκή τεχνογνωσία.

Όμως, τελικά, η βάση της κοινωνίας μας είναι αυτή, που σε τελευταία ανάλυση, μας καθορίζει. Το απλό αυτό μάθημα μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας η Δεξιά φαίνεται ότι το έμαθε καλύτερα από τους αριστερούς ταγούς του δημοκρατικού εποικοδομήματος στη Μεταπολίτευση. Και το πληρώνουμε αδρά.

Δεν θέλω να παρεξηγηθώ: ορθώς αγωνιστήκαμε και αυτονόητα ορθώς συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε. Χωρίς αγώνα, ο συσχετισμός γίνεται χειρότερος. Με τους αγώνες κερδίσαμε ρωγμές. Αυτές παλεύουμε να μεγαλώσουμε. Όμως μαθαίνουμε επώδυνα ότι οι ρωγμές συχνά επουλώνονται.

Δυστυχώς πλέον, έχουμε γίνει πολύ προβλέψιμοι. Επομένως, έχουμε λόγο να αμφιβάλουμε για την αποτελεσματικότητά μας και χρειάζεται να σκεφτούμε πιο ανορθόδοξα, out of the box που λένε κι οι Βρετανοί. Να ακολουθήσουμε τον Μπρεχτ, όμως, που μας φωνάζει: «μην παινέψεις την αμφιβολία που καταντάει απελπισία». Έχει μεγάλη σημασία αυτό. Αλλιώς ο πεσιμισμός καταβάλει και οδηγεί στην ιδιώτευση.

Κλείνουμε:

Η ιστορία είναι γεμάτη από δύο ειδών περιόδους: στην πρώτη, την πιο σπάνια, οι άνθρωποι θεωρούν ότι μπορούν να διευρύνουν ανυπολόγιστα τα όρια των πολιτικών τους πρωτοβουλιών. Εδώ περισσεύει το θάρρος και ο ενθουσιασμός, αλλά απουσιάζει η επίγνωση. Οι δεύτερες είναι λιγότερο επικίνδυνες, αλλά πιο συχνές και θλιβερές σε μακρά διάρκεια. Σε αυτές, ισχύει το αντίστροφο. Πριν δέκα χρόνια, με το δημοψήφισμα του 2015 έκλεισε η πρώτη περίοδος. Δεν γνωρίζω ειλικρινά αν αρκεί μια δεκαετία ώστε να αρχίσει να κλείνει η δεύτερη.

Σε αυτήν την περίοδο, η ματαιότητα είναι παρούσα. Το ξέρουμε διότι μας αφορά. Προσπαθώ να την αποκωδικοποιήσω. Να την ερμηνεύσω: όχι μόνο διότι είναι ανακούφιση καμιά φορά να μοιράζεται τον πόνο του κάποιος, αλλά γιατί από αυτή την προσπάθεια επαφής κάτι καλό μπορεί να προκύψει. Είναι πιο έντιμο να μοιραζόμαστε την αδυναμία μας. Και σε τελευταία ανάλυση, η ειλικρίνεια είναι πολιτική αρετή.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα