O ΕΚΔΟΤΗΣ ΠΟΥ ΖΕΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟ ΙΝΤΕΡΝΕΤ ΕΠΟΧΗ

Χρησιμοποιεί ακόμη δισκέτες και καλεί συνεργάτες του για να ψάξουν στο google. Φυσικά δεν συζητά για να ανέβει το περιοδικό του δωρεάν στο ιντερνετ. Κυρίες και κύριοι, ο John R. MacArthur, ο εκδότης του Harper's Magazine

Από την Άννα Μιχαήλ

Μπορεί να υπάρξει δημοσιογραφία μακριά από την τεχνολογία; Είναι δυνατόν η έντυπη δημοσιογραφία να έχει μέλλον και να αυξάνεται η αξία της; Μπορεί οι αναγνώστες να επιλέγουν να πληρώνουν για να διαβάζουν την εποχή που αναρίθμητα κείμενα μας βομβαρδίζουν με πληροφορία ασταμάτητητα μέσω Διαδικτύου;

O εκδότης του Harper’s ο κ.Mac Arthur το πιστεύει ακράδαντα και θέλει να δημιουργήσει μια νησίδα ποιότητας στο δημοσιογραφικό χάος του ιντερνετ. Κλείνει τα αυτιά του στις σειρήνες της τεχνολογίας, γυρίζει την πλάτη στο διαδίκτυο και επιμένει: «Η καλή δημοσιογραφία είναι η έντυπη και πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που θα την επιλέγουν και θα την πληρώνουν».

 

Αντιστέκεται με μανία στην τάση των καιρών και δε διστάζει να συγκρουστεί με τους νέους κυρίως συνεργάτες του που του δείχνουν το πλήθος των αναγνωστών του Ιντερνετ. Το περιοδικό ρεπορτάζ και άποψης, στο οποίο απασχολούνται 26 υπάλληλοι, καταφέρνει να διατηρεί σήμερα κυκλοφορία 150.000 αντιτύπων και να έχει ιδιαίτερα μικρό αριθμό χρηστών του ίντερνετ που επισκέπτονται το site του. Υπολογίζονται σε 220.000 τον μήνα όταν το New Yorker ξεπερνά τους 9.000.000 επισκέπτες.

Ελεγε πως ένιωθε παγιδευμένος στον μικρό όχλο από νέους που απαιτούσαν το περιοδικό να ανοιχτεί στους χρήστες του διαδικτύου. Εκείνος απλά απαντούσε “ξεχάστε το”. Το διαδίκτυο για αυτόν δεν είναι τίποτα παραπάνω παρά ένα γιγάντιο μηχάνημα σχεδιασμένο για να κλέβει τους εκδότες και τους συγγραφείς.

Τον αποκάλεσαν «νεο-Λουδίτη» (σ.σ. από τους οπαδούς του βασιλιά Λουδ στις αρχές του περασμένου αιώνα που αρνούνταν την εξέλιξη που έφερναν τότε οι μηχανές),όμως η διαμάχη αυτή με τους υπέρμαχους των ευκολιών της τεχνολογίας και του ιντερνετ, μόνο σκλήρυνε τις θεωρίες του οι οποίες καθε μήνα παρουσιάζονταν στο περιοδικό του. Το Harper’s στις τελευταίες δεκαετίες είχε γίνει το σπίτι της λογοτεχνικής δημοσιογραφίας και της εκλεπτυσμένης δημιουργικής γραφής. Σε αυτό είχαν συνδράμει ονόματα όπως ο Μαρκ Τουαίν ή ο Ουίλλιαμ Τσόρτσιλ.

Ομως από τότε το τοπίο των μέσων ενημέρωσης έχει αλλάξει. Εκδότες όπως οι Tribune και Gannett απομακρύνονται από το έντυπο και επικεντρώνονται στις ψηφιακές δραστηριότητες, ενώ άλλοι έχουν συνδυάσει τα έντυπα με τα ψηφιακά μέσα και μια τρίτη κατηγορία εκδοτών έχει στρέψει εντελώς την πλάτη του στο διαδίκτυο.

Ο κ MacArthur δεν συμβιβάζεται. Το Harper’s που είναι μη κερδοσκοπικό χρηματοδοτείται από ένα ίδρυμα και αν και είναι διαθέσιμο στο ιντερνετ μπορείς να το διαβάσεις μόνο αν έχεις συνδρομή στο έντυπο περιοδικό. Η ιστορία θα τον κρίνει αν είναι ένας αποφασιστικός οραματιστής ή ένας πεισματάρης …μάρτυρας.

«Δεν έχω τίποτα εναντίον όσων θέλουν να έχουν το blog τους στο ιντερνετ και να ξεσπάνε εκεί, όμως αυτό δεν έχει καμία σχέση με το δημοσιογραφικό γράψιμο» λέει.

 

Ο εκδότης του Harpers είναι πρώην διεθνής δημοσιογράφος που ξεκίνησε με την έκδοση του Harpers στις αρχές της δεκαετίας του 80. Xρησιμοποιεί iPad και laptop για να λαμβάνει news alerts αλλά παραμένει αναλογικός στις συνήθειές του. Τυπώνει τα άρθρα που θέλει να διαβάσει και αν χρειαστεί το Google φωνάζει κάποιον υπάλληλό του να του βρει την πληροφορία. O ίδιος γράφει τα κείμενα του σε ένα παλιό υπολογιστή χρησιμοποιώντας ακόμη WordPerfect και τα αποθηκεύει και τα διαχειρίζεται σε δισκέτες.

«Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μια νησίδα οικονομικής και δημοσιογραφικής υγείας», λέει και πιστεύει ότι πια δεν είναι μόνος σε αυτή την προσπάθεια. Ο κόσμος επιστρέφει στην κατεύθυνση των paywalls –των συνδρομών και στην έντυπη δημοσιογραφία. Κάποιοι εκδότες πράγματι επιστρέφουν στο τύπωμα σελίδων και στη μυρωδιά του μελανιού. Το να διαβάζεις ένα έντυπο είναι σαν την ευχαρίστηση που νιώθεις όταν βρίσκεσαι σε ένα ζεστό και ωραίο δείπνο, σε ένα όμορφα στρωμένο τραπέζι με έξι ή εφτά συνδαιτυμόνες που είναι καλά ενημερωμένοι οι οποίοι και πραγματοποιούν μαζί σου μια συζήτηση επιπέδου σε σχέση με το να βρίσκεσαι σε ένα γυμναστήριο με 10.000 ανθρώπους που απλά φωνάζουν, λέει ο Tyler Bruler.

Ο Tyler Bruler είναι ο εκδότης του διεθνούς περιοδικού Monocle του οποίου το 70% των εσόδων προέρχεται από την έντυπη έκδοση, ο οποίος υποστηρίζει ότι το έντυπο προσφέρει μια ποιοτικότερη εμπειρία ανάγνωσης από ότι… ένα μηχάνημα που εξαρτάται από μπαταρίες. Επίσης βλέπει το Monocle ως ένα τίτλο- «ετικέτα», που ο αναγνώστης τον περιφέρει με υπερηφάνεια σαν να κρατάει ένα επώνυμο πολυτελές αντικείμενο κάποιου διάσημου σχεδιαστή.

Ο κ.MacArthur, Γάλλος κατά το ήμισυ αναφέρει δύο γαλλικές εκδόσεις που αποδεικνύουν την δύναμη του αντι-web επιχειρήματος. Το περιοδικό XXI (διαβάζεται vingt et un) και την εφημερίδα Le Canard Enchaine.

Aλλες εκδόσεις, όπως το The New Yorker, έχουν επιλέξει μια μέση λύση. Έχουν συνδρομή για το σύνολο των άρθρων αλλά προσφέρουν κάποια δωρεάν άρθρα, με την αιτιολογία ότι έτσι συμμετέχουν στη δημόσια συζήτησης αποκτώντας κάποια μακροπρόθεσμη αξία. Ομως ο MacArthur είναι αμετακίνητος. Δεν επιτρέπει σε όσους γράφουν στο Harpers να γράφουν και αλλού στο διαδίκτυο.

 

Γιατί η οnline δημοσιογραφία είναι κακή για όλους

Η άποψή του βασίζεται σε τρία επιχειρήματα που εξηγούν γιατί το διαδίκτυο είναι απλά …κακό για όλους.

Το διαδίκτυο είναι κακό για τους δημοσιογράφους που πρέπει να γράφουν σε εξαντλητικούς ρυθμούς ιστορίες παρακολουθώντας συνεχώς την ειδησεογραφία για να πληρώνονται ψίχουλα όταν το κάνουν, είναι κακό για τους εκδότες, οι οποίοι χάνουν διαφημιστικά έσοδα από την Google και το Facebook και ποτέ δεν θα βγάλουν αρκετά έσοδα για να υποστηρίξουν τις πολύ καλές δουλειές και είναι κακό και για τους αναγνώστες οι οποίοι τελικά να ενημερωθούν σωστά αφού δεν μπορούν να απορροφήσουν τις πληροφορίες λόγω της μεγάλης διάσπασης που τους προκαλεί ο διαρκής θόρυβος του διαδικτύου.

Ταυτόχρονα, όμως δε συμφωνεί ούτε με το μοντέλο του Monocle που εκτός από το περιοδικό έχει και κατάστημα και ένα ραδιοφωνικό σταθμό, δεν συμφωνεί με τη συνεργασία με διαφημιστές ούτε με την έμμεση διαφήμιση μέσα από τα κείμενα (native advertising) από φόβο μήπως οι αναγνώστες νιώσουν ότι ανήκει σε αυτούς το Harpers. Δε θέλει ούτε συνέδρια ούτε videos. “Ενα περιοδικό πρέπει να είναι περιοδικό. Μια εφημερίδα, εφημερίδα”.

«Πιστεύει ότι η τεχνολογία έρχεται σε αντίθεση με το καλό γράψιμο, τόσο οικονομικά όσο και αισθητικά όσο και δημοσιογραφικά» αναφέρει η Clara Jeffery πρώην συνεργάτης στο Harper’s και μεταξύ των νέων ανθρώπων που είχαν συγκρουστεί μαζί του για αυτά τα θέματα.

Το επιχειρηματικό σχέδιο του Mac Arthur είναι απλό. «Αν κάνεις κάτι που κανείς άλλος δεν το κάνει σε ένα κόσμο που συνεχώς αυξάνεται η μετριότητα και το έλλειμμα προδιαγραφών, αν προσφέρεις κάτι που είναι πολύ καλά επιμελημένο, ευχάριστο, πλούσιο σε πληροφορία, ενδιαφέρον, ο κόσμος θα συνεχίζει να πληρώνει γι αυτό».

Το παράδειγμα του Jeff Bezos του ιδρυτή του Amazon που επέλεξε να επενδύσει 250 εκ. δολάρια για την The Washington Post, αποδεικνύει ότι μπορεί και να έχει δίκιο. Εξάλλου, οτιδήποτε σπανίζει στην οικονομία της αγοράς, ανεβάζει την αξία του. Και τα έντυπα…ως είδος υπό εξαφάνιση, σπανίζουν και γίνονται και πολύτιμα.

 

Με πληροφορίες από The New York Times

Παίξτε τα Games του NEWS 24/7: Σταυρόλεξο, Sudoku, WordroW & Word Search!

 

Ακολουθήστε το NEWS 24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

 

Κάντε εγγραφή στο newsletter του NEWS24/7 για να λαμβάνετε ό,τι πρέπει να γνωρίζετε καθημερινά

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα