Τι φέρνει ο Μητσοτάκης στις βαλίτσες του από Βερολίνο και Ρώμη
Διαβάζεται σε 5'
Με τη συμφωνία για ιταλικές επενδύσεις σε 23 νέα τρένα, αλλά και με ιταλικά και γερμανικά αιτήματα για εξοπλιστικά χωρίς καμία δέσμευση για μπλόκο στην Τουρκία, καθώς και με γερμανική γκρίνια για τους πρόσφυγες, επιστρέφει στην Αθήνα ο πρωθυπουργός
- 14 Μαΐου 2025 06:13
Τον απολογισμό των συναντήσεων του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με την Ιταλίδα ομόλογο του Τζόρτζια Μελόνι προχθές και τον Γερμανό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς χθες, κάνουν στο Μαξίμου.
Το ταξίδι στη Ρώμη απέφερε σε κάθε περίπτωση και δύο απτά αποτελέσματα: Τις συμφωνίες για ιταλικές επενδύσεις ύψους 360 εκ ευρώ στον ελληνικό σιδηρόδρομο, με δέσμευση για αγορά 23 σύγχρονων τρένων, καθώς και για αναβάθμιση της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας- Ιταλίας.
Αλλά η Μελόνι δεν φάνηκε να ιδρώνει όταν ο κ.Μητσοτάκης άφησε αιχμή για την αμυντική συνεργασία της Ιταλίας με την Τουρκία και ειδικότερα για τη συμφωνία της ιταλικής Leonardo με την τουρκική Baykar του γαμπρού του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, Σελτζούκ Μπαϊρακτάρ, για την κατασκευή drones.
Η Ιταλίδα πρωθυπουργός πάντως ζήτησε μεγαλύτερη συμμετοχή τις ιταλικής αμυντικής βιομηχανίας στα ελληνικά εξοπλιστικά προγράμματα. Υπενθυμίζεται άλλωστε ότι η Αθήνα συζητά την αγορά δύο συν δύο μεταχειρισμένων ιταλικών φρεγατών REMM κλάσης Bergamini. Δηλαδή δύο άμεσα και δύο σε δεύτερο αλλά σύντομο χρόνο, ώστε να ενισχυθεί το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, αναμένοντας τις γαλλικές Belharra.
Οι όροι Μητσοτάκη για τα Eurofighter και η γερμανική σιωπή
Ο πρωθυπουργός έθεσε τους κινδύνους από την ένταξη της Τουρκίας στην άμυνα της ΕΕ και στον κ.Μερτς κατά τη συνάντηση τους χθες στη καγκελαρία. Και κατά την κοινή συνέντευξη τύπου στη συνέχεια τόνισε με νόημα:
“Πρέπει να ενισχύσουμε την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, αλλά για να συμβεί αυτό έχουμε την ευθύνη να επιλέξουμε προσεκτικά τους συνομιλητές μας στο πεδίο αυτό. Θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με την ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική, διαφορετικά θα τίθενται σε κίνδυνο συμφέροντα ασφάλειας των επιμέρους κρατών μελών, όσο τελικά, όμως, και η αυτονομία και η ίδια η αξιοπιστία της Ευρώπης.”
Αλλά και ο Γερμανός καγκελάριος δημοσίως τουλάχιστον δεν έβαλε φρένο στη συζήτηση για συμμετοχή της Τουρκίας στα αμυντικά προγράμματα της ΕΕ. Παρότι είναι γεγονός ότι διαχρονικά οι Χριστιανοδημοκράτες ήταν που μπλόκαραν την πώληση Eurofighter στην Αγκυρα.
Ο κ.Μητσοτάκης απέφυγε βέβαια διπλωματικά να επιβεβαιώσει δημοσίως ότι ζήτησε από τον κ. Μερτς να μην άρει το μπλόκο αυτό. “Πιστεύω ότι υπάρχει κατανόηση ως προς την ανάγκη τέτοιες πωλήσεις να πληρούν ορισμένες βασικές προϋποθέσεις”, σημείωσε όμως με νόημα.
Κυβερνητικές πηγές στη συνέχεια διευκρίνιζαν όσον αφορά στο ενδεχόμενο συμμετοχής της Τουρκίας στην ευρωπαική πολιτική ασφάλειας και άμυνας, ότι: “Για να μπορούμε, στο επίπεδο της ΕΕ, να έχουμε αμυντική συνεργασία με τρίτες χώρες, δεν αρκεί μια χώρα να είναι τυπικά υποψήφια προς ένταξη στην Ένωση. Πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις συμμόρφωσης με την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας, ή να έχει Security and Defense Partership με την ΕΕ – πρέπει να υπάρχουν κανόνες. Διαφορετικά, κινδυνεύουμε να δημιουργήσουμε νέες εξαρτήσεις ή να αναπτύξουμε συνεργασίες με παίκτες που δρουν ενάντια στα συμφέροντα της ΕΕ”.
Σημειωτέον ότι και ο κ.Μερτς δεν έκρυψε το ενδιαφέρον του για τη συμμετοχή γερμανικών αμυντικών βιομηχανιών στα ελληνικά εξοπλιστικά προγράμματα.
Η γερμανική γκρίνια για τους πρόσφυγες
Κυρίως όμως ο Γερμανός καγκελάριος έθεσε ως προτεραιότητα το ζήτημα των επιστροφών προσφύγων που είχαν πάρει άσυλο στην Ελλάδα και σήμερα ζουν στη Γερμανία. “Γνωρίζει ο κ. Μητσοτάκης ότι αυτό το θεωρούμε μεγάλο πρόβλημα. Ότι θεωρούμε πως οι αριθμοί είναι υψηλοί. Θα επιδιώξουμε κοινή λύση”, είπε μεταξύ άλλων, ανακοινώνοντας συνομιλίες μεταξύ των αρμόδιων υπουργών των δύο χωρών (του γερμανικού υπουργείου Εσωτερικών και του ελληνικού υπουργείου Μετανάστευσης).
Η γερμανική πλευρά βέβαια θα προσέλθει στη συζήτηση αυτή για να πιέσει για επιστροφή όσο περισσότερων από τους 40.000 πρόσφυγες που ζουν σήμερα στη Γερμανία έχοντας λάβει καθεστώς ασύλου στην Ελλάδα. Και κυρίως για να αναγκάσει την Αθήνα να εμποδίζει νέες ροές προσφύγων προς τη Γερμανία, είτε μειώνοντας τις χορηγήσεις ασύλου είτε κόβοντας τις άδειες ταξιδιού.
Αυτό όμως ενέχει τον κίνδυνο να συσσωρεύονται είτε στα ελληνικά νησιά αιτούντες άσυλο είτε γενικότερα στη χώρα πρόσφυγες που δεν θα έχουν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν προς Γερμανία. Άρα χωρίς αποτελεσματικό σύστημα επιστροφών στις χώρες προέλευσης, το γερμανικό αυτό αίτημα αποτελεί θηλιά για την ελληνική κυβέρνηση.
Παρότι σαφώς ο κ.Μερτς χαρακτήρισε τις δευτερογενείς ροές προσφύγων από την Ελλάδα στη Γερμανία ως το βασικό θέμα στις διμερείς σχέσεις, κυβερνητικές πηγές στη συνέχεια υποστήριζαν ότι οι δευτερογενείς ροές δεν αποτελούν πλέον κύριο θέμα και ότι η Γερμανία δείχνει κατανόηση για το γεγονός ότι η Ελλάδα προστατεύει τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, τόσο τα θαλάσσια όσο και τα χερσαία.
Σημείωναν δε ότι η Ελλάδα έχει μάλιστα επιταχύνει ουσιαστικά την διαδικασία ασύλου, η οποία ετίθετο παλαιότερα ως μείζον θέμα από τις προηγούμενες γερμανικές κυβερνήσεις.