Thanassis Stavrakis/AP Photo

Η ΒΑΡΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ: ΚΕΡΔΗ ΓΙΑ ΛΙΓΟΥΣ, ΒΑΡΟΣ ΓΙΑ ΠΟΛΛΟΥΣ

Το σκληρό πρόσωπο της τουριστικής σεζόν, οι εργαζόμενοι που τα παρατάνε και τι αφήνει πίσω στις τοπικές κοινωνίες όλο αυτό το κύμα επισκπετών.

Με τις αφίξεις και τα τουριστικά έσοδα να κινούνται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, ο ελληνικός τουρισμός επιβεβαιώνει τον ρόλο του ως βασικός πυλώνας της οικονομίας. Ωστόσο, παρά την εντυπωσιακή ανάπτυξη, παρατηρούνται περιορισμοί στην πρόσβαση σημαντικής μερίδας πολιτών στην καλοκαιρινή αναψυχή, ενώ οι συνθήκες εργασίας στον κλάδο δεν διασφαλίζουν πάντα σταθερότητα και αξιοπρεπείς απολαβές.

Την ίδια στιγμή, οι τοπικές κοινωνίες μεταβάλλονται υπό την πίεση της τουριστικής ζήτησης, με τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους να διαδραματίζουν ολοένα πιο καθοριστικό ρόλο.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ/EUROKINISSI

ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΠΑΙΚΤΕΣ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ;

Περίπου 10 δισ. ευρώ επενδύθηκαν στον ελληνικό τουρισμό την τελευταία τριετία, με το 80% των κεφαλαίων να διοχετεύεται σε νέες πολυτελείς αναπτύξεις και ανακαινίσεις πεντάστερων μονάδων. Η μεγαλύτερη συγκέντρωση έργων καταγράφεται στην Κρήτη, τη Ρόδο και τη Χαλκιδική, ενώ βασικός στόχος των νέων υποδομών είναι οι αφίξεις υψηλού εισοδηματικού επιπέδου.

Η εκρηκτική αυτή ανάπτυξη αποτυπώνεται και στους αριθμούς. Το 2024 τα τουριστικά έσοδα έφτασαν τα 21,6 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 4,8%, ενώ οι αφίξεις άγγιξαν τα 40,7 εκατ., σημειώνοντας άνοδο 12,8% σε σχέση με το 2023. Στην κρουαζιέρα, οι εισπράξεις εκτοξεύτηκαν κατά 22,4%, στα 1,11 δισ. ευρώ, με τον Πειραιά να απορροφά σχεδόν το 48,5% των εσόδων στον κλάδο.

Το ταξιδιωτικό ισοζύγιο κατέγραψε πλεόνασμα 18,8 δισ. ευρώ, και ήδη το 2025 οι αφίξεις στα καταλύματα αυξήθηκαν κατά 3,1% σε σχέση με το 2024 (ΕΛΣΤΑΤ) και οι αεροπορικές αφίξεις αυξήθηκαν κατά 4,8% (INSETE), επιβεβαιώνοντας την αυξητική τάση.

Φυσικά, πίσω από αυτά τα νούμερα κρύβονται ισχυροί τουριστικοί παίκτες.

ΟΙ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΙΣ

Εξετάζοντας αρχικά τα ειδικότερα δεδομένα και στη συνέχεια το γενικό πλαίσιο, ο τουρισμός παραμένει το βασικό όχημα ανάπτυξης της οικονομίας, με σταθερή στήριξη από το κράτος. Μέσα από τον αναπτυξιακό νόμο 5203, πολλές επιχειρήσεις του κλάδου απολαμβάνουν, σύμφωνα με το Άρθρο 9, φορολογική απαλλαγή επί των πραγματοποιούμενων προ φόρων κερδών, λαμβάνοντας επιδοτήσεις από το Δημόσιο για μισθώσεις νέου εξοπλισμού, μα και για το μισθολογικό κόστος της δημιουργούμενης απασχόλησης που συνδέονται με το επενδυτικό σχέδιο και για τις οποίες δεν λαμβάνεται καμία άλλη κρατική ενίσχυση (ΦΕΚ Α’ 87/02-06-2025).

ΜΟΤΙΟΝΤΕΑΜ/ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

ΚΙΝΗΤΡΑ ΓΙΑ ΚΡΟΥΑΖΙΕΡΑ- ΜΑΡΙΝΕΣ

Στον τομέα της κρουαζιέρας, παρά τις αντιδράσεις της Cruise Lines International Association, του διεθνούς φορέα του κλάδου, για το ειδικό τέλος των 20 ευρώ ανά επιβάτη που επέβαλε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, η κρουαζιέρα συνέχισε τη δυναμική παρουσία της στη χώρα, καθιστώντας τη σταθερά ελκυστικό προορισμό για τη συγκεκριμένη αγορά και για το 2024.

Σημαντική αύξηση πλοίων και επιβατών (άνω του 10%) αναμένεται και φέτος, ενώ η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ενισχύει από την πλευρά της τον κλάδο «αναδεικνύοντας και επενδύοντας στις λιμενικές υποδομές» όπως χαρακτηριστικά έχει δηλώσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Πώς θα γίνει αυτό; Πιθανά μέσα και από την αξιοποίηση των χρημάτων παραχώρησης των λιμανιών της χώρας, όπως συνέβη στο Ηράκλειο της Κρήτης, το 2024, όταν τη σύμβαση παραχώρησης του λιμανιού, ακολούθησαν οι παραπάνω δηλώσεις, αλλά και το ενδιαφέρον του πρωθυπουργού για τον τομέα της κρουαζιέρας.

Μερικούς μήνες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 2025, ο Υφυπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Στέφανος Γκίκας, δήλωνε ότι η αναβάθμιση των λιμενικών υποδομών και η ανάπτυξη της κρουαζιέρας αποτελούν «κεντρική πολιτική επιλογή της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη», ενώ σχετικά με τις μαρίνες επεσήμανε ότι βρίσκονται στο συνολικό πλάνο ανάπτυξης της κυβέρνησης.

Σε ό, τι αφορά τις μαρίνες της χώρας, νομίζω πως όταν αυτές αποτελούν θέμα συζήτησης για τον επικεφαλής του ΤΑΙΠΕΔ, τα πράγματα δείχνουν προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση.

Σε συζήτηση που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2024 στο πλαίσιο της Prodexpo, ο Διευθύνων Σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ, κ. Δημήτρης Πολίτης χαρακτήρισε τις μαρίνες ως έναν «πλούτο που δεν έχουμε ακόμη ανακαλύψει και δεν έχουμε κάνει πολλά πράγματα για αυτό», καλώντας σε βελτίωση τους και φέρνοντας τα παραδείγματα των μαρινών στον Άλιμο, την Πύλο και την Κέρκυρα (όλα παραχωρημένα σε ιδιώτες) ως επιτυχημένα. Μπορεί αυτό να είναι το μοντέλο ορθής αξιοποίησής τους; Κάποιοι, εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους υποστηρίζοντας ότι «ειδικά για τις μαρίνες, στόχος είναι η παράδοση μεγάλου μέρους της ακτογραμμής στα μεγάλα μονοπωλιακά συμφέροντα, με συνέπεια πανάκριβες υπηρεσίες και αποκλεισμό της πρόσβασης σε εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους –στη- θάλασσα».

ΜΟΤΙΟΝΤΕΑΜ/ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΚΤΟΠΛΟΪΑ

Όσο για την ακτοπλοΐα, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας φάνηκε γενναιόδωρη προς τον κλάδο, αυξάνοντας τις επιδοτήσεις για τις άγονες γραμμές από τα 90 εκατ. ευρώ που ήταν το 2015 σε 138 εκατ. ευρώ το 2023, ενώ οι μεγάλοι παίκτες της αγοράς απολαμβάνουν φοροαπαλλαγές, όπως το αφορολόγητο πετρέλαιο, και επιδοτήσεις μέσω του κοινωνικά ωφέλιμου Μεταφορικού Ισοδύναμου και του Προγράμματος «Νέαρχος».

Τέλος, είναι αναγκαίο να σημειωθεί ότι κατά καιρούς υπήρξαν καταγγελίες που ανέφεραν ότι αυτές οι κρατικές ενισχύσεις δεν συνοδεύτηκαν από γενικές μειώσεις στις τιμές των εισιτηρίων, περιοριζόμενες σε επιλεκτικές προσφορές, όταν οι τιμές των εισιτηρίων έχουν αυξηθεί κατά 50% από το 2021.

Αναφορικά με το τελευταίο, πρέπει να πούμε ότι παρά τις εξαγγελίες του αρμόδιου υπουργείου, όπως αυτές που ακολούθησαν την ανακοίνωση της μείωσης κατά 50% των λιμενικών τελών, υποστηρίζοντας ότι το μέτρο θα ελαφρύνει τις ακτοπλοϊκές εταιρείες, οι οποίες με τη σειρά τους θα προχωρήσουν σε μείωση τιμών: Αυτό, όμως, μάλλον δεν συνέβη.

Όπως εξήγησαν στο NEWS 24/7 παράγοντες της αγοράς, στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα μέτρο που καλύπτει το κόστος της μετάβασης σε ακριβότερα «πράσινα» καύσιμα, χωρίς να μειώνει τα εισιτήρια για τους επιβάτες. Τα χρήματα, λένε οι ίδιοι άνθρωποι, προέρχονται από το Πράσινο Ταμείο, δηλαδή από τους φορολογούμενους. Δεν προέρχονται από τους μεγάλους παίκτες της κρουαζιέρας ή της ακτοπλοΐας. Εν ολίγοις, οι ταξιδιώτες συνεχίζουν να επιβαρύνονται, με τις εταιρείες να συνεχίζουν απρόσκοπτα την κερδοφόρα δραστηριότητά τους, χωρίς καμία δέσμευση για μείωση τιμών.

ΤΟ ΕΙΔΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΝΟΝ-DOM

Στα παραπάνω, ας προσθέσουμε το ειδικό φορολογικό καθεστώς non‑dom (συντομογραφία τού «non-domiciled») που εισήγαγε η κυβέρνηση Μητσοτάκη και προσφέρει διευκολύνσεις σε επενδυτές του εξωτερικού που δραστηριοποιούνται στον τουριστικό τομέα.

Με την καταβολή ετήσιου φόρου 100.000 ευρώ για εισοδήματα εκτός Ελλάδας και την υποχρέωση επένδυσης τουλάχιστον 500.000 ευρώ σε ακίνητα ή επιχειρήσεις εντός τριών ετών, ο ξένος επενδυτής μπορεί ελεύθερα να ξεκινήσει επιχειρηματική δραστηριότητα και στον τουριστικό τομέα της χώρας, με την κυβέρνηση να επιχαίρει, δηλώνοντας ότι έτσι επιδιώκει την προσέλκυση κεφαλαίων και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

Ωστόσο, απέναντι σε αυτές τις πρακτικές αρκετοί υποστηρίζουν ότι το μέτρο ευνοεί μονομερώς τους ξένους επενδυτές, χωρίς καμία πρακτική εξασφάλιση ουσιαστικών οφελών τόσο για τις τοπικές κοινωνίες, όσο και για την οικονομία στο σύνολό της.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ/EUROKINISSI

ΤΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Τέλος, η στήριξη της τουριστικής βιομηχανίας από την κυβέρνηση, ενδεικτική των προτεραιοτήτων της στην οικονομία, δεν σταματά εδώ, αλλά αφορά και τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Εν ολίγοις, σύμφωνα με δηλώσεις της υπ. Τουρισμού, Όλγας Κεφαλογιάννη, στο πλαίσιο της προσπάθειας ο ελληνικός τουρισμός να παραμείνει «θελκτικός, ανταγωνιστικός και βιώσιμος», κονδύλια ύψους 387 εκατ. ευρώ από το Ταμείο κατευθύνθηκαν προς τον τουρισμό, επιδιώκοντας σύμφωνα με την υπουργό, εκτός των άλλων μια «ανάπτυξη που-θα- αφορά όλη τη χώρα και τα οφέλη της οποίας θα κατανέμονται» στην κοινωνία και τους πολίτες «ισόρροπα, δίκαια και ανταποδοτικά».

ΤΙ ΑΦΗΝΟΥΝ ΠΙΣΩ ΤΟΥ Ο ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΤΟΠΙΚΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ;

Είχε δίκιο η υπουργός να πιστεύει πως κάτι τέτοιο είναι εφικτό στη σύγχρονη Ελλάδα της τουριστικής έκρηξης και των συνεπειών της; Όπως εξηγεί ο ομότιμος καθηγητής Τουριστικής Ανάπτυξης στο Χαρακόπειο Πανεπιστήμιο, κ. Πάρις Τσάρτας, δεν υπάρχει άλλος οικονομικός τομέας που διαχρονικά να προσφέρει τέτοια κοινωνική κινητικότητα, ιδίως για τους νέους και τις γυναίκες, όπως ο τουρισμός [diaNEOsis’ Podcast, 10/7/2024].

Επιπλέον, στην Διδακτορική Διατριβή με τίτλο: «Αειφόρος τουριστική ανάπτυξη στις μικρομεσαίες τουριστικές επιχειρήσεις- ξενοδοχεία- ταξιδιωτικά γραφεία», του κ. Φώτη Καλιπίρη, διαβάζουμε (σελ. 30-31) ότι ο τουρισμός αποτελεί την ταχύτερη παγκόσμια βιομηχανία με ένα ευρύ φάσμα οικονομικών επιπτώσεων, γεγονός που αποτυπώνεται στο στοιχείο που δείχνει ότι, σε διεθνές επίπεδο, την περίοδο 1970- 1990 αναπτύχθηκε σχεδόν κατά 300%, δημιουργώντας ετησίως εισόδημα 540 εκατ. δολαρίων σε μισθούς και ημερομίσθια, βοηθώντας παράλληλα το εθνικό ισοζύγιο πληρωμών σε χώρες όπως η Ελλάδα, αλλά και δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας.

Ωστόσο, σήμερα, τα πράγματα μάλλον διαψεύδουν τις προβλέψεις της υπουργού. Πιο συγκεκριμένα, σε εκτενές ρεπορτάζ που κάναμε στο NEWS 24/7 το καλοκαίρι του 2024 και αφορούσε τις Κυκλάδες, κάτοικοι των νησιών μάς μετέφεραν μια τελείως διαφορετική εικόνα. Για τον λόγο αυτό ζητήσαμε τη γνώμη του κ. Δαμιανού Γαβαλά, μέλους της Κίνησης Πολιτών Πάρου και ακαδημαϊκού.

Όπως μας εξήγησε το αποτύπωμα του τουρισμού στα νησιά των Κυκλάδων έχει ξεκάθαρα δύο όψεις. Από τη μία, εκδημοκράτισε, σε έναν βαθμό, τη νομή του πλούτου, διαχέοντας μέρισμα από το τουριστικό συνάλλαγμα σε ευρύτερα στρώματα της τοπικής κοινωνίας. Έφερε δουλειές, συγκράτησε τον πληθυσμό, διατήρησε ζωντανές τις τοπικές κοινότητες. Όμως, όλη αυτή η ανάπτυξη προχώρησε χωρίς σχέδιο, χωρίς πυξίδα, χωρίς μια στοιχειώδη δημόσια συζήτηση.

«Η συζήτηση για τα όρια της ανάπτυξης δεν έγινε ποτέ. Τι είδους τουρισμό θέλουμε; Πόσους επισκέπτες (και ανοικοδόμηση) αντέχουν τα νησιά μας; Πώς μπορούμε να διατηρήσουμε τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα, το χειροποίητο τοπίο μας, την πολιτισμική συνέχεια, την αρχιτεκτονική μας κληρονομιά και τη διατροφική μας αυτάρκεια»;

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI

ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΠΙΣΙΝΕΣ ΣΕ ΑΝΥΔΡΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ

Η φρενήρης οικοδομική δραστηριότητα στις Κυκλάδες μέσα σε πέντε χρόνια έχει προκαλέσει ανησυχία και στην πανεπιστημιακή κοινότητα της χώρας. Για τον κ. Θάνο Παγώνη, αναπληρωτή καθηγητή στον τομέα του Πολεοδομικού Σχεδιασμού της Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ: «Δεν υπάρχει καμία συσχέτιση της δόμησης με τον πολεοδομικό σχεδιασμό, τις υποδομές, τη φέρουσα ικανότητα των νησιών. Είναι μια σχεδόν άναρχη κατάσταση. Όλα αυτά οδηγούν σε μια ταχεία αλλοίωση του τοπίου και μια δυσανάλογη επιβάρυνση των κοινόχρηστων υποδομών των νησιών».

Την ίδια εικόνα μάς μεταφέρει και ο κ. Γαβαλάς. «Αν και χωρίς τιμόνι, μέχρι και τη δεκαετία του ’90, το πράγμα κρατιόταν κάπως. Από εκεί και μετά, όλα ξέφυγαν. Οι ρυθμοί έγιναν ξέφρενοι και το ‘’δώρο’’ του τουρισμού άρχισε να γυρίζει μπούμερανγκ».

Όταν για τις ανάγκες του ρεπορτάζ ζητήσαμε να διευκρινίσει τι εννοεί, ο συνομιλητής μας ξεκαθάρισε ότι, λόγω της απουσίας σοβαρού χωροταξικού σχεδιασμού, η δόμηση έχει χάσει κάθε σχέση με την κλίμακα και την αισθητική του τόπου.

«Όπου κι αν γυρίσεις το βλέμμα, βλέπεις να ξεφυτρώνουν βίλες, πισίνες (χιλιάδες πισίνες σε άνυδρους τόπους!) και τεράστια τουριστικά συγκροτήματα. Οι τόποι και οι πόροι τους γίνονται προϊόν, καταναλώνονται από επενδυτές που αγοράζουν, χτίζουν, πουλάνε και πάνε παρακάτω. Ή από μεγάλους ομίλους που ‘’μαζεύουν την τράπουλα’’, εξαγοράζοντας ξενοδοχεία και εστιατόρια κατά δεκάδες, ορίζοντας πλέον τους κανόνες του παιχνιδιού και εκτοπίζοντας την παραδοσιακή οικογενειακή επιχείρηση. Οι ντόπιοι κοιμούνται αφεντικά και ξυπνούν υπάλληλοι, σε έναν τόπο που δεν τους ρωτά και δεν τους ανήκει πια. Είναι όμως εκείνοι που πληρώνουν το μάρμαρο της ‘’ανάπτυξης’’: υπερφορτωμένες υποδομές που πρέπει συνεχώς να επεκτείνονται, εκρηκτική ακρίβεια, έλλειψη στέγης, κυκλοφοριακό χάος, βουνά από σκουπίδια, παραλίες κατειλημμένες από ξαπλώστρες που δεν τους χωρούν πια».

ΜΑΙΡΗ ΚΑΡΑΒΑ/EUROKINISSI

ΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΠΟΥ ΦΕΥΓΟΥΝ

Η αίσθηση του αποκλεισμού δεν αφορά μόνο τους κατοίκους. Είναι και οι εργαζόμενοι στη βαριά βιομηχανία της χώρας που νιώθουν ότι δεν τους χωρά ο τόπος. Αυτό το βίωμα αποτύπωσε με ένα εξαιρετικό ψυχογράφημα μέσα από τον κινηματογράφο, η Σοφία Εξάρχου στην ταινία: «Animal». Με την κεντρική ηρωίδα της ταινίας να προσπαθεί με επώδυνο τρόπο να ανασυγκροτήσει την προσωπικότητά της, που έχει διαλυθεί από την λαίλαπα της τουριστικής εμπορευματοποίησης των πάντων.

Πέρα όμως από τον κινηματογράφο, τη δυσβάσταχτη καθημερινότητα των εργαζομένων στον κλάδο «σκηνοθετεί» η ίδια η πραγματικότητα. Με μισθούς καθηλωμένους στα επίπεδα του 2011, με διαλυμένες τις ΣΣΕ, με εξαντλητικά 10ωρα χωρίς ρεπό, οι εργαζόμενοι στον τουρισμό στοιβαγμένοι σε δωμάτια αναγκάζονται να αντέξουν σε συνθήκες εξάντλησης, να «βγει η σεζόν», θρηνώντας πολλές φορές συναδέλφους τους. Παραμένει λοιπόν ερώτημα γιατί 80 χιλιάδες θέσεις στον κλάδο παραμένουν κενές; Την ίδια ώρα βέβαια που οι τζίροι συνεχίζουν να εκτοξεύονται, ενώ κάθε χρόνο προστίθενται νέοι όροφοι στα ξενοδοχεία, νέες κλίνες ανοίγουν πιέζοντας ακόμη πιο πολύ το ήδη λειψό προσωπικό.

ΤΟ ΣΚΛΗΡΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΣΕΖΟΝ

Με αυτά τα δεδομένα, το NEWS 24/7 επικοινώνησε με την Μ.Σ, μια νεαρή γυναίκα, που σήμερα βρίσκεται να εργάζεται σε κοσμοπολίτικο νησί των Κυκλάδων. Τη ρώτησα σχετικά με την εποχικότητα, τα εξαντλητικά ωράρια, την μη καταβολή υπερωριών, την ανασφάλιστη εργασία κ.ά.

Όπως μου είπε, η εποχικότητα στον τουρισμό έχει σχεδόν πάντα έντονο άγχος και ψυχολογική πίεση. Οι ρυθμοί είναι εξαντλητικοί και οι απαιτήσεις υψηλές, με χαμηλές οικονομικές απολαβές.

«Προσωπικά, λόγω του αντικειμένου της δουλειάς μου, δεν έχω βρεθεί σε ακραίες συνθήκες, όμως οι περισσότεροι γύρω μου εργάζονται πέρα απο το κανονικό, για εβδομάδες ολόκληρες χωρίς ούτε ένα ρεπό. Οι υπερωρίες, αν και συστηματικές, είτε δεν πληρώνονται καθόλου είτε δίνονται “στο χέρι”. Αυτό είναι απλώς μια ξεκάθαρη εκμετάλλευση».

Η ίδια σημειώνει ακόμη πως γνωρίζει περιπτώσεις συναδέλφων της, οι οποίοι είτε κολλούν ελάχιστα ένσημα, είτε καθόλου, ενώ κάποιοι δεν αντιδρούν από φόβο μήπως χάσουν τη δουλειά τους. «Πολλοί εργοδότες επωφελούνται από την ανάγκη και τη σιωπή των εργαζομένων, αναπαράγοντας μια νοοτροπία που υποτιμά την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τον κόπο τους».

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI

ΓΙΑΤΙ ΝΕΟΙ ΚΑΙ ΠΑΛΙΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΟΥΝ ΤΟΝ ΚΛΑΔΟ;

Από την συζήτηση με την Μ.Σ., καταλαβαίνω ότι μπορεί παλιότερα η εργασία στον τουρισμό να θεωρούνταν ελκυστική, όμως πλέον είναι αρκετοί εκείνοι που επιλέγουν να αποφύγουν μια επίπονη εμπειρία, όπως η εποχική εργασία στον τουρισμό, με κακές συνθήκες, αβεβαιότητα και λίγες προοπτικές για το μέλλον.

Τις σκέψεις αυτές εξέφρασα στη συνομιλήτρια μου, η οποία επιβεβαίωσε ότι ένας από τους βασικότερους λόγους που πολλοί εργαζόμενοι εγκαταλείπουν τον τουριστικό κλάδο είναι η ψυχοσωματική εξουθένωση.

«Πολλοί νέοι ξεκινούν με ενθουσιασμό, βλέποντας τη δουλειά σεζόν σαν μια ευκαιρία. Όμως, μετά από μία ή δύο χρονιές, συνειδητοποιούν ότι θυσιάζουν την υγεία τους, την ξεκούρασή τους και την προσωπική τους ζωή, για μερικούς μήνες εξαντλητικής εργασίας που τελικά δεν ανταμείβεται ούτε οικονομικά ούτε ηθικά. Δεν είναι σίγουρο επίσης ότι θα σε ξαναπάρουν την επόμενη χρονιά, ούτε ότι θα πληρωθείς όπως συμφωνήθηκε».

Εξίσου αποθαρρυντικές είναι οι συνθήκες διαμονής και διατροφής. Η Μ.Σ. καταγγέλλει στο NΕWS 24/7 περιπτώσεις συναδέλφων της που στεγάζονταν σε πρόχειρους χώρους που δεν πληρούσαν στοιχειώδεις συνθήκες διαβίωσης, χωρίς κλιματισμό, χωρίς ιδιωτικότητα, συχνά στοιβαγμένοι τρεις και τέσσερις μέσα σε ένα μικρό δωμάτιο. Επιπλέον, το φαγητό τις περισσότερες φορές είναι ανεπαρκές ή χαμηλής ποιότητας.

«Νιώθεις ότι δεν σε αντιμετωπίζουν ως επαγγελματία, αλλά ως αναλώσιμο εργαλείο. Δεν υπάρχει σεβασμός προς την εργασία, τον κόπο ή την προσωπικότητά σου».

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η αποχώρηση των εργαζομένων δεν προκαλεί έκπληξη. Κι αυτό έχει αρχίσει να αντικατοπτρίζεται και στον ίδιο τον τουρισμό στην Ελλάδα. Αν αυτό δεν αλλάξει, μας λέει η Μ.Σ., ο κλάδος θα συνεχίσει να υποβαθμίζεται – όχι γιατί δεν υπάρχουν τουρίστες, αλλά γιατί δεν θα υπάρχουν πλέον εργαζόμενοι διατεθειμένοι να στηρίξουν αυτό το μοντέλο.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI

ΠΟΙΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΟΥΝ ΑΞΙΟΠΡΕΠΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ;

Μετά από τη συζήτησή μας με την Μ.Σ, απευθυνθήκαμε στον κ. Γιώργο Στεφανάκη, πρόεδρο του Συνδικάτου Εργατοϋπαλλήλων Επισιτισμού – Τουρισμού και Ξενοδοχείων Αττικής και μέλος της Γραμματείας του ΠΑΜΕ. Τι πρέπει να αλλάξει στις συνθήκες εργασίας στον κλάδο;

Ο κ. Στεφανάκης απάντησε μιλώντας για την αναγκαιότητα ριζικής μεταβολής της εφαρμοζόμενης μέχρι σήμερα πολιτικής, προτείνοντας μια πολιτική εντελώς αντίθετη προς το κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο. Μέσα σε αυτό, είναι αδύνατο σύμφωνα με τον πρόεδρο του συνδικάτου να ικανοποιηθούν αιτήματα όπως αυτά για ανθρώπινες συνθήκες εργασίας και εξασφάλιση όλων των σύγχρονων αναγκών που προκύπτουν από την εξέλιξη της παραγωγικότητας, της τεχνολογίας και της επιστήμης. Γιατί, όπως λέει, όταν αποκλειστικός γνώμονας είναι η μεγιστοποίηση της κερδοφορίας, αυτή προκύπτει «από την εκμετάλλευση της ανθρώπινης εργασίας, από τον απλήρωτο χρόνο δουλειάς – και – από τη συνεχή συμπίεση των εργασιακών δικαιωμάτων».

Από την άλλη πλευρά, εργοδοτικοί φορείς όπως ο ΣΕΤΕ έχουν δηλώσει στο παρελθόν ότι «δε νοείται ποιοτικός, ανταγωνιστικός τουρισμός με κακές εργασιακές συνθήκες και χωρίς επαρκή έλεγχο από το κράτος. Ο ΣΕΤΕ υπερασπίζεται τους νόμιμους εργοδότες οι οποίοι διαχρονικά επενδύουν στην αναβάθμιση του Ελληνικού Τουρισμού. Τη δεκαετία της κρίσης, καταφέραμε να χτίσουμε, όλοι μαζί, εργοδότες και εργαζόμενοι, ένα σημαντικό κεκτημένο. Μια αμοιβαία συνθήκη συνεννόησης. Αυτό το κεκτημένο οφείλουμε να διαφυλάξουμε και να εξελίξουμε. Ειδικά τώρα, που όλα δείχνουν ότι έχουμε μπει σε μια ιδιαίτερα καλή τουριστική χρονιά. Και καλή τουριστική χρονιά σημαίνει οικονομικά αποτελέσματα για όλους. Πάνω από όλα για την ελληνική κοινωνία. Η εργασιακή και κοινωνική ειρήνη είναι όρος επιτυχίας, για να μπορέσουμε να πάμε όλοι μαζί ακόμα πιο ψηλά».

ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΑΝΑΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΚΟΤΕΡΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ;

Παρά τις διαφωνίες, όπως είπαμε, το θέμα παραμένει ανοιχτό, με σημαντικές συζητήσεις γύρω από πιθανές βελτιώσεις για τους εργαζόμενους.

Έτσι, ακόμη και μέσα στο σημερινό σύστημα, υπάρχουν πολιτικές που μπορούν ουσιαστικά να βελτιώσουν τις συνθήκες εργασίας. Όπως εξηγεί ο κ. Στεφανάκης, η μόνη ουσιαστική προοπτική βρίσκεται στην ικανοποίηση των αιτημάτων των Σωματείων. Πρακτικά, αυτό σημαίνει: ουσιαστικές αυξήσεις μισθών, κατάργηση των ελαστικών μορφών απασχόλησης, επίδομα ανεργίας για τους εποχικούς καθ’ όλη τη διάρκεια της ανεργίας, εφαρμογή του πενθημέρου-8ώρου, ελάχιστη σύνθεση προσωπικού σε ξενοδοχεία και εστιατόρια και επαναφορά του εφάπαξ στους ξενοδοχοϋπαλλήλους, όπως ίσχυε πριν την κατάργησή του. Μόνο έτσι ο τουρισμός μπορεί να πάψει να στηρίζεται στην εξουθένωση.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ/EUROKINISSI

ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΜΙΑ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΛΙΓΟΥΣ-ΤΙ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ;

Η άλλη όψη του ελληνικού καλοκαιριού δεν αφορά μόνο τους εργαζόμενους σε αυτόν. Όπως σημείωνε παλιότερα ρεπορτάζ του NEWS 24/7, βάσει των στοιχείων του ΙΕΛΚΑ (Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών), έπειτα από τις συνεχείς ανατιμήσεις στα καταναλωτικά προϊόντα και την γενικότερη αύξηση του κόστους ζωής, 1 στους 2 Έλληνες δήλωσε ότι δεν έκανε διακοπές το καλοκαίρι του 2024.

Έναν χρόνο μετά, οι αυξήσεις στις τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων, τα λεγόμενα «τσουχτερά» καταλύματα και οι μισθοί που κάνουν φτερά μετά το πρώτο δεκαπενθήμερο του μήνα, καθιστούν απαγορευτική κάθε πρόσβαση στου «τουριστικό θαύμα» της εποχής μας. Τουλάχιστον σε ό, τι αφορά τα γραφικά νησιά της χώρας. Όπως έχει ειπωθεί και σε πάνελ της «πέτσινης» τηλεοπτικής επικράτειας, υπάρχει πάντα και η επιλογή της Θήβας ή όπως είπε πάνω κάτω η αρμόδια υπουργός: υπάρχει και ο Δεκέμβρης ως μήνας «καλοκαιρινών διακοπών».

Αναμφίβολα κι αυτό το μέρος έχει την ομορφιά του. Δε λέω, καλός και ο Δεκέμβρης, όμως το γεγονός ότι αποτελούν μονόδρομο ως επιλογή, επειδή οι υπόλοιποι προορισμοί έχουν γίνει απαγορευτικοί το καλοκαίρι, πιθανά να αποτελεί μία ακόμη χειροπιαστή απόδειξη της στρατηγικής της κυβέρνησης και των τουριστικών ομίλων για «τουριστική εξωστρέφεια» απευθυνόμενη αποκλειστικά στα υψηλά εισοδήματα.

ΠΟΣΟ ΑΚΡΙΒΟ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΘΕΡΙΣΕΙ ΜΙΑ ΤΕΤΡΑΜΕΛΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ;

Και όταν λέμε στα υψηλά εισοδήματα, εννοούμε τα πολύ υψηλά. Θεωρείται πλέον αδιανόητο, με τις υπόλοιπες υποχρεώσεις να συνεχίζουν να τρέχουν κανονικά, μια τετραμελής οικογένεια να δαπανήσει έως και 1.200 ευρώ για ακτοπλοϊκά και διαμονή, ποσό που αντιστοιχεί σε μισό μηνιαίο εισόδημα για πολλές οικογένειες, μόλις για έξι μέρες. Κι όμως, αν θες να επισκεφθείς με την οικογένειά σου έναν προορισμό όπως η Νάξος, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται έξοδα για φαγητό, ποτό, μετακινήσεις ή λοιπά καθημερινά έξοδα, πρέπει να χώσεις βαθιά το χέρι στην τσέπη.

Τα εξηγούσε καλύτερα ο 42χρονος Νίκος, πατέρας δύο παιδιών στο ρεπορτάζ του Π. Κώδωνα:

«Δεν έχουμε τη δυνατότητα να πάμε ούτε μέχρι το περίπτερο, αγαπητοί, πόσω μάλλον να πάμε διακοπές. Κάνω δύο δουλειές για να επιβιώσω, για να τα βγάλω πέρα για την οικογένειά μου. Έχω δύο παιδιά που δεν θα έχουν καν την ευκαιρία να απολαύσουν τη θάλασσα φέτος, γιατί οικονομικά δεν βγαίνουμε».

Αυτό φυσικά δεν είναι αποτυχία του Νίκου, του εκάστοτε «Νίκου». Όπως σημειώνεται στο ρεπορτάζ, είναι η αντανάκλαση μιας πολιτικής αδιαφορίας και της ανικανότητας των αρμοδίων. «Είπαμε, κάνω δύο δουλειές. Τι άλλο να κάνω; Να πιάσω και τρίτη»;

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI

 

ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΙ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΑΠΛΗΣΙΑΣΤΟΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ;

Οι δηλώσεις του Νίκου, έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τον «μαζικό τουρισμό», ως μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα. Με λίγα λόγια: Ένας «μαζικός» τουρισμός, που τελικά αποκλείει τους ίδιους τους κατοίκους της χώρας. Σε αυτήν την κατεύθυνση, πέρα από την οικονομική δυσπραγία, συμβάλλουν και μια σειρά άλλοι παράγοντες. Γιατί, μπορεί πρόσφατα ο Αναπληρωτής ΓΓ του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, κ. Φώτης Κοκοτός να εξηγούσε σε τηλεοπτική του εμφάνιση πώς ο μαζικός τουρισμός μπορεί να γίνει βιώσιμος, ωστόσο με τα υπάρχοντα δεδομένα, πετυχαίνει ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα.

Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Αττικής. Με το μπάνιο στη θάλασσα πλέον να κοστίζει ακριβά σε ορισμένες περιπτώσεις, με ξαπλώστρες απλησίαστες, ένα «lifestyle» κλίμα έχει υιοθετηθεί πλέον στο παραλιακό κομμάτι της πρωτεύουσας, χωρίς να αλλάξει κάτι στη θάλασσα, στην παραλία, στην άμμο, στο τοπίο. Τίποτα δεν άλλαξε –εκτός από την προσβασιμότητα.

Βέβαια το φαινόμενο δεν περιορίζεται στις παραλίες. Με διαφορετικές παραλλαγές, μα με την ίδια πάντα ουσία, εξαπλώνεται σε πόλεις και νησιά, αλλάζοντας τις ισορροπίες και την καθημερινότητα των μόνιμων κατοίκων.

Από τη Σαντορίνη και τη Μύκονο έως το Κουκάκι και τα Εξάρχεια, οι κάτοικοι βλέπουν τις γειτονιές τους να μετατρέπονται σε ένα «λειβάδι» με Airbnb και τα ενοίκια να ξεφεύγουν. Μικρές επιχειρήσεις που στήριζαν τη γειτονιά αντικαθίστανται από καταστήματα για τουρίστες. Το ίδιο μοτίβο επαναλαμβάνεται στη Βενετία, τη Βαρκελώνη, το Άμστερνταμ. Οι ντόπιοι σταδιακά εγκαταλείπουν, καθώς οι πόλεις τους γίνονται θεματικά πάρκα. Μήπως, τελικά, το ζητούμενο δεν είναι μόνο πώς θα προωθήσουμε τον τουρισμό, αλλά και πώς θα θωρακίσουμε την καθημερινότητα εκείνων που συνεχίζουν να αποκαλούν αυτά τα μέρη «σπίτι»;

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ: ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΛΙΓΟΥΣ

Ακόμη καλύτερα, ίσως πρέπει να αναρωτηθούμε τι προοπτικές διεξόδου, αποσυμπίεσης και χαλάρωσης δίνουμε στους μόνιμους κατοίκους. Φέτος, για το πρόγραμμα του Κοινωνικού Τουρισμού της ΔΥΠΑ, έγιναν 567.462 αιτήσεις που αφορούσαν σε 1.015.077 επιταγές. Πόσες από αυτές έγιναν δεκτές, ρώτησα τον Νίκο Μαυροκέφαλο, μέλος της διοίκησης του Εργατικού Κέντρου Αθήνας και της Γραμματείας του ΠΑΜΕ. Με τα μέχρι στιγμής στοιχεία δεκτές έγιναν μόλις 49.417 αιτήσεις για 300.000 επιταγές. Όπως εξηγεί ο κ. Μαυροκέφαλος στο NEWS 24/7 αυτό σημαίνει ότι εγκρίθηκε μόλις το 8,7 % των αιτήσεων.

Έτσι, «η μεγάλη πλειοψηφία των λαϊκών οικογενειών για άλλη μια χρονιά δε θα μπορέσει να πάει ούτε μια μέρα διακοπές. Στον μεγάλο αυτό αριθμό δε συνυπολογίζουμε, βέβαια, όσους εκ των προτέρων δεν μπήκαν καν στη διαδικασία να κάνουν αίτηση, αφού αποκλείονταν από τις εισοδηματικές προϋποθέσεις και όσους δεν πρόλαβαν να κάνουν, καθώς το σύστημα παρουσίασε μια σειρά τεχνικά προβλήματα».

ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΠΕΚΤΕΙΝΕΤΑΙ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ;

Πέρα από αυτό, το πρόγραμμα κοινωνικού τουρισμού, πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από τις εισφορές των εργαζομένων, εμφανίζει σημαντική μείωση δικαιούχων και κονδυλίων σε σχέση με μια δεκαπενταετία πίσω, ενώ το νέο νομοσχέδιο της κυβέρνησης φέρνει αλλαγές ακόμη και στην καλοκαιρινή άδεια. Γιατί συμβαίνει αυτό, ρώτησα τον κ. Μαυροκέφαλο. Ο ίδιος εντάσσει αυτό το πλαίσιο πολιτικής στη λογική κόστους – οφέλους.

«Προτεραιότητα για την κυβέρνηση δεν είναι οι λαϊκές ανάγκες, όπως αυτή των διακοπών και της ανάπαυσης, αλλά η χρηματοδότηση της πολεμικής βιομηχανίας, η στήριξη των επιχειρηματικών ομίλων και η αποπληρωμή των διαφόρων “κυρώσεων της ρεμούλας”, όπως η πρόσφατη του ΟΠΕΚΕΠΕ. Μάλιστα, αντί η κυβέρνηση να ικανοποιεί το καθολικό δικαίωμα όλων των εργαζομένων για διακοπές και αναψυχή, το νέο νομοσχέδιο που παρουσίασε η Υπουργός Εργασίας κα. Κεραμέως καταργεί την καλοκαιρινή άδεια».

Από την άλλη, η ΔΥΠΑ ανακοίνωσε ότι το Πρόγραμμα Κοινωνικού Τουρισμού 2025 ξεκίνησε την 1η Ιουνίου, με προϋπολογισμό 50 εκατ. ευρώ και 300.000 επιταγές (vouchers), «νωρίτερα από ποτέ». Η κυβέρνηση τονίζει ότι το πρόγραμμα στοχεύει στην ενίσχυση των λαϊκών οικογενειών και την προώθηση του εσωτερικού τουρισμού, ιδίως σε περιοχές που έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές.

ΜΟΤΙΟΝΤΕΑΜ/ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ;

Αφού εξετάσαμε τα προβλήματα και τις προοπτικές του ελληνικού προγράμματος Κοινωνικού Τουρισμού, αξίζει να δούμε τι συμβαίνει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Βγαίνοντας εκτός συνόρων, διαπιστώνουμε ότι είναι πολλές οι ευρωπαϊκές χώρες, τόσο του πλούσιου βορρά, όσο και του φτωχού νότου στις οποίες εφαρμόζονται προγράμματα Κοινωνικού Τουρισμού, με στόχο την ανακούφιση των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. Ω

στόσο, πόσα από αυτά τα προγράμματα καλύπτουν τη μεγάλη πλειονότητα των εργαζόμενων και των λαϊκών νοικοκυριών; Υπάρχουν εξίσου αυστηρά ή ηπιότερα εισοδηματικά κριτήρια; Τα ποσά επιδότησης κάνουν εφικτή την πρόσβαση των πολιτών σε μέρη που μπορούν να απολαύσουν τις διακοπές τους;

Έθεσα τα ερωτήματα στον κ. Μαυροκέφαλο. Όπως μου είπε, αντίστοιχα προγράμματα Κοινωνικού Τουρισμού υπάρχουν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως σε Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, Πορτογαλία, κ.ά. Ωστόσο, υπογράμμισε πως δεν πρόκειται για προγράμματα που αφορούν τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων και των λαϊκών νοικοκυριών.

«Απευθύνονται κατά βάση στη μερίδα εκείνη των εργαζομένων που ζει στα όρια της φτώχειας ή σε άλλες ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και τα ποσά επιδότησης είναι ιδιαίτερα χαμηλά, ενώ και τα εισοδηματικά κριτήρια αφήνουν την πλειοψηφία των λαϊκών νοικοκυριών εκτός προγραμμάτων».

ΥΠΑΡΧΕΙ ΒΙΩΣΙΜΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ;

Με βάση όλα όσα περιγράψαμε, η απάντηση μοιάζει ήδη να δίνεται από μόνη της. Σήμερα, φτάνουμε στο σημείο να αναρωτιόμαστε πώς μπορούμε να ανακατευθύνουμε τον κλάδο, πριν η χώρα μετατραπεί σε τουριστικό λούνα παρκ αποκλειστικά για ξένους- ένα τοπίο απλησίαστο πια για τους ντόπιους.

Ως εκ τούτου, έχει σημασία να ακουστεί η φωνή των ίδιων των ανθρώπων που σηκώνουν στις πλάτες τους αυτό το «θαύμα» της οικονομίας. Στο κλείσιμο αυτού του ρεπορτάζ, αφήνουμε έναν νέο άνθρωπο, εκπρόσωπο της γενιάς μας, που μέσα από τα δικά της μάτια λέει την αλήθεια της— την αλήθεια μιας εργαζόμενης.

Για την Μ.Σ., ο τουρισμός δεν είναι τα ξενοδοχεία και τα κοκτέιλ. Τον κάνουν οι εργαζόμενοι. «Δεν γίνεται να θεωρείται λύση το να ζεις στοιβαγμένος σε πρόχειρα καταλύματα χωρίς βασικές παροχές. Οι εργαζόμενοι δεν είναι απλώς “προσωρινό προσωπικό”. Είναι ο βασικός άξονας της τουριστικής εμπειρίας. Η ποιότητα της δουλειάς τους εξαρτάται άμεσα από το πώς οι ίδιοι αντιμετωπίζονται».

Το ίδιο ισχύει και για το τοπίο, το νερό, τους κατοίκους. Όσο συνεχίζεται αυτή η άνευ όρων εφόρμηση στα δικαιώματα των εργαζομένων, των τοπικών κοινωνιών και της ίδιας της φύσης, ο τουρισμός δύσκολα θα καταφέρει να γίνει πραγματικά βιώσιμος- που σημαίνει ισορροπημένος ανάμεσα στις κοινωνικές, εργασιακές και περιβαλλοντικές ανάγκες.. Κι ίσως, στο μέλλον, να πάψει σταδιακά να είναι ακόμη και ελκυστικός.

Σχετικό Άρθρο

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα