ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ: Η ΠΑΡΑΛΙΓΟ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΛΑΣ ΚΑΙ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ
40 χρόνια από τον θάνατο του Ανδρέα Εμπειρίκου, το WE θυμάται πως η πιο τραυματική εμπειρία στην ζωή του μετατράπηκε σε πηγή έμπνευσης του πιο πολυσυζητημένου έργου του
Θεωρείται το πλέον ογκώδες και τολμηρό μυθιστόρημα της ελληνικής λογοτεχνίας του 20ου αιώνα. Ακόμα και αυτοί που δεν γνωρίζουν τίποτε άλλο για την ζωή του Ανδρέα Εμπειρίκου, για την ποίηση, την ψυχανάλυση και τις καινοτόμες απόψεις του, σίγουρα έχουν ακούσει για το πολύτομο έργο που άργησε να εκδοθεί μέχρι και την δεκαετία του ’90 «λόγω ελευθεροστομίας» όπως έλεγε και ο ίδιος ο συγγραφεύς του.
Γεννημένος στην Ρουμανία το 1901, γόνος ανδριωτών πλοιοκτητών, με αξιοζήλευτη μόρφωση και βαθιά καλλιέργεια ήταν ο άνθρωπος που “εισήγαγε” στην Ελλάδα τον υπερεαλισμό και την ψυχανάλυση. Τον 15αύγουστο του 1945 με την παράδοση των Ιαπώνων στους Αμερικανούς, ο Εμπειρίκος αρχίζει να γράφει το πιο σπουδαίο έργο του. Μέσα σε περίπου 2000 σελίδες περιγράφει το ταξίδι ενός υπερωκεάνιου, του ” Μεγάλου Ανατολικού” το 1867, στην ακμή της βικτοριανής εποχής από το λιμάνι του Λίβερπουλ στην Νέα Υόρκη. Πρωταγωνιστές του βιβλίου είναι όλοι οι επιβάτες και οι ερωτικές τους συνερεύσεις. Οι λεπτομερείς περιγραφές του ακόμα και σήμερα ξενίζουν για την άνεση με την οποία αναφέρεται σε κάθε μορφή ερωτισμού.
tvxs.gr, ο γιος του Λεωνίδας αναφέρει για το βιβλίο:
“Διήρκησε από το ’45 μέχρι το ’51, η πρώτη γραφή. Νομίζω ότι έχουμε ένα γράμμα προς τη μητέρα μου ότι συνέβαλε στη συγγραφή του και η ομηρία του, γιατί τον πιάσανε οι ΕΛΑΣίτες, δηλαδή η πολιτοφυλακή του ΕΛΑΣ την τελευταία μέρα του ’44, την εποχή που προσπαθούσε να απαγκιστρωθεί ο ΕΛΑΣ από την Αθήνα και συνέλαβε πολλές χιλιάδες ομήρους. Τον έπιασαν λόγω του ονόματός του και τον οδήγησαν στη Βοιωτία, μέσα από χιόνια και βουνά και περιπέτειες τρομερές και νομίζω ότι αυτό υπήρξε η πιο τραυματική εμπειρία της ζωής του. Γιατί ο ίδιος υπήρξε αριστερός στα νιάτα του και οτι τον έπιασαν, θεωρεί ότι ήταν μια πολύ μεγάλη αδικία. Είχε το αίσθημα μιας τεράστιας πικρίας, γιατί δεν ήξερε καν αν θα βγει ζωντανός από αυτό, δεν ήταν μια απλή ομηρία. Κατά τη διάρκεια της πορείας αυτής, εκτελούσανε μερικούς από τους ομήρους, βάσει κριτηρίων δικών τους, της πολιτοφυλακής δηλαδή. Καταρχήν τους Τροτσκιστές, και μετά διαφόρους, που θεωρούσαν είτε συνεργάτες και στηρίγματα των Άγγλων ή άλλους. Δεν ήταν καθόλου δεδομένο αν θα άντεχε σε αυτή την πορεία, γιατί πήραν ανθρώπους, οι οποίοι δεν ήταν καθόλου προετοιμασμένοι, με σκαρπίνια πόλεως κανονικά ή με χωρίς κανένα πανωφόρι, με μια κουβέρτα, με ο,τι τους έλεγαν να πάρουνε για να περάσουν την ανάκριση μια νύχτα στο τμήμα, στο τμήμα της ΟΠΛΑ, της πολιτοφυλακής. Τους κράτησαν και ορισμένους τους έφτασαν μέχρι την Άμφισσα, μέχρι τη Γκιώνα, μέχρι και παραπάνω. Και ο πατέρας μου το ‘σκασε, διότι κάποια στιγμή έγινε μια επίθεση Άγγλων στη Θήβα και τα κατάφερε. Επεσε σε ένα χαντάκι από κούραση και αντί να πάει να βρει τους καπετάνιους, όπως ήθελε, το ‘σκασε και γύρισε στην Αθήνα. Αυτή η εξαιρετικά τραυματική εμπειρία, νομίζω ότι είναι και αυτή στη βάση της συγγραφής του « Ανατολικού», δηλαδή είναι πλέον η απόρριψη οποιασδήποτε αυταρχικής ή βίαιης λύσης στα προβλήματα της ανθρωπότητας”.