Chipita: Η διαδρομή έως το μεγάλο deal της χρονιάς

Chipita: Η διαδρομή έως το μεγάλο deal της χρονιάς
Το εργοστάσιο της Chipita International στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας . ΑΠΕ-ΜΠΕ

Πώς φτάσαμε στην εξαγορά της Chipita από τη Mondelez έναντι 2 δισ. δολαρίων. Οι διαπραγματεύσεις και ο άνθρωπος "που έμαθε στον πλανήτη να τρώει κρουασάν".

Από το 2017 έως το 2021 κρατήθηκαν ανοιχτοί οι δίαυλοι μεταξύ των δύο πλευρών, οδηγώντας ωστόσο σήμερα σε υψηλότερο τίμημα και όρους για τους μετόχους της ελληνικής εταιρείας.

Ο γνωστός επιχειρηματίας, ισχυρός άνδρας της Chipita και αντιπρόεδρος του ΣΕΒ κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος έχει πει κατά καιρούς πολλά και ενδιαφέροντα για τον τρόπο που αντιλαμβάνεται το επιχειρείν. To 2018 ήταν ωστόσο η πρώτη φορά που έκανε λόγο για τη διαδοχή του και την επόμενη μέρα της εταιρείας του, ανοίγοντας έναν μεγάλο κύκλο φημών για την πώληση της Chipita.

H εταιρεία, τόσο ως ιδέα όσο και ως προς την ανάπτυξη της παγκοσμίως- αποτελεί το απόλυτο δημιούργημα του, γεγονός που προσκόλλησε στον ίδιο τον τίτλο του ανθρώπου «που έμαθε στον πλανήτη να τρώει κρουασάν». Ωστόσο μετοχικά η εταιρεία δεν του ανήκε πλειοψηφικά. Ο ίδιος διατηρεί το 14% του μετοχικού της κεφαλαίου, με το 80% να ανήκει στο γκρουπ Olayan, και ποσοστό 6% στους επιχειρηματίες Αχ. Φώλια, Στ. Φρέρη, Μ. Χατζάκου. Οι Olayan πολλάκις είχαν εκφράσει τη διάθεση τους να αποεπενδύσουν από τον κλάδο και την ίδια την Chipita, δεδομένου ότι ο κύριος όγκος των επενδύσεων τους αγγίζει άλλους κλάδους, αλλά και επειδή ήδη είχαν εκτιμήσει πως η πώληση της συμμετοχή τους θα έφερνε αποδόσεις.

Η αρχή λοιπόν της διαδικασίας έγινε το 2017 όταν η Chipita τέθηκε με σύμβουλο την Rothchild σε διαγωνιστική διαδικασία. Τότε ενδιαφέρον είχε εκδηλώσει τόσο η Mondelez όσο και η Pepsico, με την πρώτη ωστόσο να καταθέτει και οικονομική προσφορά. Το τίμημα τότε με βάση τις πληροφορίες άγγιζε το 1,45 δις.δολάρια, αλλά περιείχε αρκετές αναβλητικές αιρέσεις, που οδηγούσε τελικά το deal κάτω του 1 δις.δολαρίων.

Οι βασικές αιρέσεις αφορούσαν τη στάση των κατά τόπους συνεταίρων της Chipita, καθώς η εταιρεία είχε δημιουργήσει μικτές εταιρείες με διάφορους ομίλους, και οι οποίοι αποτελούσαν βασικούς ανταγωνιστές της Mondelez σε κατηγορίες όπως π.χ. τα μπισκότα και άλλα παρεμφερή σνακ. Το συγκεκριμένο ζήτημα – αλλά και η αποτίμηση που τελικώς έβγαινε για την Chipita- απομάκρυνε τους δύο συνομιλητές από τη συμφωνία εξαγοράς.

Ο δε Σπύρος Θεοδωρόπουλος –διαψεύδοντας ως όφειλε την παραπάνω διαπραγμάτευση με τους Αμερικανούς της Mondelez αλλά και την απομάκρυνση από το ενδεχόμενο deal- εξηγούσε πως η εταιρεία έχει πολύ μέλλον ακόμη και μεγάλες προοπτικές να φέρει επιπλέον αξία στους μετόχους της. Κατά πληροφορίες, αν και η πλευρά Olayan συζητούσε την αποεπένδυση της, ο ίδιος έπεισε ότι θα έρθει καλύτερη στιγμή για την πώληση της Chipita. Νωρίτερα, είχε απορριφθεί και το σχέδιο εισαγωγής της εταιρείας στα χρηματιστήρια της Αθήνας και του Λονδίνου, που θα έδινε τη δυνατότητα μερικής εξόδου των Olayan από την εταιρεία.

Το 2021 ωστόσο και μάλιστα από τις αρχές της χρονιάς, οι πληροφορίες έκαναν λόγο για επαναπροσέγγιση των δύο πλευρών. Τι είχε αλλάξει; Αφενός η Chipita βρίσκεται σε ισχυρότερη θέση, χωρίς να έχει πληγεί από την πανδημία, και άρα μπορούσε να διαπραγματευτεί με καλύτερους όρους το τίμημα. Αφετέρου, θα πρέπει να λάβει κανείς υπόψη την επενδυτική συγκυρία παγκοσμίως. Η υπερβάλλουσα ρευστότητα και τα μηδενικά επιτόκια σπρώχνουν τους μεγάλους ομίλους σε αναπτυξιακές συμφωνίες, καθώς το χρήμα στην εποχή μας – όταν παραμένει στάσιμο- δεν παράγει κέρδη. Σημειώνεται ότι η Mondelez διαθέτει κεφαλαιοποίηση γύρω στα 90 δισ δολ. και ετήσια έσοδα 26,6 δισ δολ. το 2020. Ως εκ τούτου έχει τεράστια περιθώρια δανεισμού και μόχλευσης των διαθεσίμων της. Νωρίτερα, είχε ήδη προχωρήσει σε άλλες εξαγορές, ενώ η διείσδυση της στην Κεντρική Ευρώπη μέσω του ισχυρού δικτύου της Chipita, αποτελούσε έναν σημαντικό επιχειρηματικό στόχο, πέραν του ότι μέσω της εξαγοράς εισέρχεται και στην κατηγορία του κρουασάν.

Η Chipita ελέγχει σήμερα 13 μονάδες παραγωγής και παρουσία σε περισσότερες από 50 χώρες. ‘Εκλεισε το 2020 με πωλήσεις της τάξης των 590 εκατ.ευρώ, ενώ το τίμημα που φέρονται να εισπράττουν οι μέτοχοι της αγγίζει 25 φορές τα κέρδη EBITDA για την ίδια χρονιά.

Σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις, το τίμημα φθάνει τα 2 δισ.δολάρια (1,65 δις.ευρώ), χωρίς να περιλαμβάνεται σε αυτό η μικτή εταιρεία της Chipita με την ινδική Britania (μεγάλος παίκτης στην τεράστια τοπική αγορά και ευθέως ανταγωνιστική της Mondelez). Σε αδρές γραμμές και χωρίς όλα τα ντεσού της συμφωνίας να έχουν γνωστοποιηθεί και αναλυθεί, ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος πέτυχε όντως ένα πολύ καλύτερο τίμημα για το δημιούργημα του και τους μετόχους του.

Έτσι, «ήρθε η ώρα να αφήσει το τιμόνι» μετά από 35 χρόνια όπως χαρακτηριστικά ανάφερε χθες σε προσωπικό μήνυμα προς τους εργαζομένους της Chipita. Το μόνον βέβαιο είναι πως επιχειρηματικά ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος δεν αποσύρεται καθώς εκτός από την εισηγμένη αλλαντοβιομηχανία Νίκας, έχει ένα ευρύ χαρτοφυλάκιο προσωπικών επενδύσεων σε ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα