Oι απαντήσεις στην Ιστορία

default image

Τις απαντήσεις στην Ιστορία Θεωρητικής Κατεύθυνσης προσφέρουν στο News247 τα φροντιστήρια "ΣΤΟΧΟΣ"

Τις απαντήσεις στην Ιστορία Θεωρητικής Κατεύθυνσης προσφέρουν στο News247 τα φροντιστήρια “ΣΤΟΧΟΣ”

Α 1. 1 γ   2α   5 ε   7 β    8 δ

Α 2.

α. Εθνικόν κομιτάτον: Ήταν ένας από τους δύο μικρότερους πολιτικούς σχηματισμούς της Εθνοσυνέλευσης του 1862-1864. «Το Εθνικόν Κομιτάτον … (σχολ. βιβλίο, σελ. 77) … στην Οθωμανική Αυτοκρατορία».

β. Ομάδα Ιαπώνων: “Το μοναδικό νέο πολιτικό στοιχείο … (σχολ. βιβλίο, σελ. 86) … διαλύθηκε το 1908”.

γ. Φροντιστήριο της Τραπεζούντας: “Το Φροντιστήριο …. (σχολ. βιβλίο, σελ. 248) … εθνικής τους συνείδησης”.

Β 1. «Γύρω από τον Βενιζέλο συνασπίστηκαν … (σχολ. βιβλίο, σελ. 210) …. της επανάστασης του Θερίσου».

Β 2. «Το πρώτο εξάμηνο του 1911 … (σχολ. βιβλίο, σελ. 90 – 91) … κοινοβουλευτικές συζητήσεις».

Γ 1

Η Σύμβαση ανταλλαγής των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (30 Ιανουαρίου 1923) προέβλεπε την αποζημίωση των ανταλλαξίμων προσφύγων για τις περιουσίες που εγκατέλειψαν στις πατρίδες τους από το κράτος υποδοχής. Το έργο της εκτίμησης της αξίας των εκατέρωθεν περιουσιών που εγκαταλείφθηκαν  ανέλαβε η Μικτή Επιτροπή. Για να βοηθήσει το έργο της ελληνικής αντιπροσωπείας, στη Μικτή Επιτροπή συστάθηκε το 1924 η Γενική Διεύθυνση Ανταλλαγής Πληθυσμών που υπαγόταν στο Υπουργείο Γεωργίας. Για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της, ιδρύθηκαν κατά τόπους Γραφεία Ανταλλαγής Πληθυσμών.

Το έργο της εκτίμησης των περιουσιών προχωρούσε αργά και η δυσφορία του προσφυγικού κόσμου, που βρισκόταν σε απόγνωση, μεγάλωνε. Έτσι, υιοθετήθηκε η λύση να δοθεί μια προκαταβολή μέχρι την τελική αποπληρωμή της αξίας της περιουσίας που εγκαταλείφθηκε στην Τουρκία, αφού πρώτα το ελληνικό Δημόσιο προέβαινε σε προσωρινή εκτίμησή της. Όπως, εξάλλου, τονίζεται και στο απόσπασμα από την “Ιστορία του Νέου Ελληνισμού”, στόχος ήταν η επιτάχυνση της διαδικασίας της αποζημίωσης χωρίς να επιβαρυνθεί πολύ ο κρατικός προϋπολογισμός και γι’ αυτό αποφασίστηκε η έκδοση ομολόγων με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου. Η Εθνική Τράπεζα ανέλαβε να πληρώσει στους ανταλλάξιμους την προκαταβολή αυτή η οποία άγγιζε το 20% της προσωρινής αποζημίωσης και δόθηκε σε μετρητά, ενώ ένα μέρος σε ομολογίες, όπως επισημαίνεται και μέσα στο παράθεμα.

Η προσωρινή εκτίμηση των περιουσιών έγινε με βάση τις δηλώσεις που υποβλήθηκαν στα κατά τόπους Γραφεία Ανταλλαγής. Οι αιτήσεις των δικαιούχων θα εξετάζονταν από ειδικές επιτροπές προσφύγων, συμπατριωτών των ενδιαφερομένων. Εάν θεωρούνταν ανακριβείς, προβλεπόταν αναθεώρησή τους από ένα Ανώτατο Συμβούλιο. Καθορίστηκαν επίσης τα περιουσιακά στοιχεία για τα οποία καταβαλλόταν αποζημίωση. Η προκαταβολή θα δινόταν σε εκείνους που δεν είχαν μέχρι τότε αποκατασταθεί. Μάλιστα, ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο σχετικό απόσπασμα αναφορικά με τα περιουσιακά στοιχεία που επιδέχονταν αποζημίωση, όπως τα ακίνητα σε αστικές και αγροτικές περιοχές, το κινητό μέρος της περιουσίας που δεν εκποιήθηκε ούτε μεταφέρθηκε, καθώς επίσης και οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις με τα προϊόντα και τα έσοδα τους. Παράλληλα, σε κάποιες περιπτώσεις ένας αριθμός προσφύγων έχασε την προθεσμία υποβολής αίτησης είτε εξαιτίας ασθένειας είτε λόγω φυλάκισης ή ανηλικιότητας.

Για την οριστική εκτίμηση των περιουσιών που εγκαταλείφθηκαν στην Τουρκία συστάθηκαν, όπως τονίζεται στην πηγή 1,114 Πρωτοβάθμιες Επιτροπές Εκτίμησης και μια ή περισσότερες για καθεμία από τις 934 χριστιανικές κοινότητες της Τουρκίας. Επίσης, συστάθηκαν και Δευτεροβάθμιες Επιτροπές, για προβλήματα που ενδεχομένως θα ανέκυπταν. Πιο συγκεκριμένα στο παράθεμα γίνεται αναφορά για 50 Δευτεροβάθμιες Επιτροπές, 8 στην Αθήνα και 12 στην επαρχία.

Με την πρόοδο του χρόνου η ολοκλήρωση του έργου της εκτίμησης των περιουσιών φαινόταν όλο και πιο μακρινή. Το έργο ήταν τεράστιο και επιπλέον η όλη διαδικασία υπονομευόταν από την τούρκικη πλευρά.

Δ1. «Το 1927 με αφορμή το αίτημα της Ελλάδας … λειτουργία της ένα χρόνο αργότερα» (σχολ. βιβλίο, σελ.53).

Σύμφωνα με το παράθεμα του Χατζηϊωσήφ, αρμοδιότητά της ήταν η εγγύηση της μετατρεψιμότητας του νομίσματος με προϋπόθεση την ανάληψη του εκδοτικού δικαιώματος τραπεζογραμματίων και την εποπτεία της κυκλοφορίας του νομίσματος και της πίστης. Μάλιστα, οι κανόνες λειτουργίας του πιστωτικού οργανισμού νομιμοποιούσαν την ανάκληση αυτού του δικαιώματος σε περίπτωση αποσταθεροποίησης της αξίας του νομίσματος έναντι του χρυσού. Επιπλέον, προβλεπόταν κατώτατο όριο του καλύμματος της νομισματικής κυκλοφορίας στο 40% σε χρυσό και ξένο συνάλλαγμα με τη δυνατότητα μετατροπής σε χρυσό.

Ως προς την οργάνωση, το καταστατικό της νέας τράπεζας προσδιόριζε τη χειραφέτηση της από την πολιτική ηγεσία με ρυθμίσεις καινοτόμες για τα δεδομένα της εποχής. Επικεφαλής ήταν το διοικητικό συμβούλιο, που απαρτιζόταν από τον διοικητή, τον υποδιοικητή και εννέα μέλη, εκ των οποίων τρία τουλάχιστον προέρχονταν από τον εμπορικό βιομηχανικό χώρο και άλλα τρία από τον αγροτικό τομέα. Επίσης, υπήρχε δικαιοδοσία στην πολιτική εξουσία να τοποθετεί έναν επίτροπο. Τη θέση του διοικητή ανέλαβε ο Αλέξανδρος Διομήδης και τη θέση του υποδιοικητή ο Εμμανουήλ Τσουδερός, οι οποίοι προέρχονταν από το μέχρι τότε κυρίαρχο πιστωτικό ίδρυμα, την Εθνική Τράπεζα. Έτσι, ο νέος οργανισμός θεωρούνταν «τραπεζίτης της κυβέρνησης», όπως αναφερόταν και στο Πρωτόκολλο της Γενεύης. Γι΄ αυτό το λόγο, το κράτος είχε παραχωρήσει στην τράπεζα όλα τα έσοδα και τα έξοδα καθώς και τις πληρωμές των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

«Πολύ γρήγορα πέτυχε σταθερές ισοτιμίες … Νέα Υόρκη το 1929». (σχολ. βιβλίο, σελ. 53)

 

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα