Εκατοντάδες Αμερικανοί ανοίγουν τα σπίτια τους σε Σύρους πρόσφυγες

default image

Σχεδόν 1.300 άτομα είχαν υπογράψει αναφορά στον προοδευτικό ιστότοπο MoveOn.org μέχρι χθες, καλώντας τη κυβέρνηση να άρει τους περιορισμούς στον αριθμό των Σύρων προσφύγων καθώς η Ευρώπη προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με αριθμούς-ρεκόρ αιτούντων άσυλο

Εκατοντάδες Αμερικανών πολιτών προσφέρθηκαν χθες να φιλοξενήσουν Σύρους μετανάστες στα σπίτια τους, λέγοντας σε ηλεκτρονική αναφορά ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες όφειλαν να επιτρέψουν την είσοδο σε περισσότερους μετανάστες που εγκαταλείπουν τη χώρα τους λόγω του εμφυλίου.

Τα Ηνωμένα Έθνη είπαν ότι 4 εκατομμύρια άτομα έχουν φύγει από τη χώρα από την αρχή του εμφυλίου το 2011. Οι ΗΠΑ έχουν επιτρέψει την είσοδο σε περίπου 1.500 πρόσφυγες και ο Λευκός Οίκος είπε ότι εξέταζε μια σειρά θέσεων για το θέμα.

Ο πάστορας Έβερετ Σάτοκ, 59, από το Μιλ Κρικ της κεντρικής πολιτείας Ιντιάνα που είναι μεταξύ αυτών που υπογράφουν την αναφορά, είπε ότι το να ανοίξει το σπίτι του σε πρόσφυγες ήταν μέρος της αμερικανικής παράδοσης υποδοχής μεταναστών.

“Συν, οφείλουμε να μοιραστούμε κάποια απ’ αυτήν την ευθύνη [για τον πόλεμο στη Συρία] λόγω των αλλαγών μας των καθεστώτων στη Μέση Ανατολή. Οι περισσότεροι πρόσφυγες είναι αποτέλεσμα αυτού”, είπε ο Σάτοκ, αναφερόμενος στην επέμβαση των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003.

Η Γουέντι Γουίλσον-Μίλερ, 40, από το Στούντιο Σίτυ της δυτικής πολιτείας Καλιφόρνιας, είπε ότι είχε υπογράψει γιατί η κρίση στη Συρία φαινόταν ατέλειωτη και η δεινή κατάσταση των προσφύγων όλο και πιό επείγουσα. Οι ΗΠΑ και η οικογένειά της μπορούν να συνεισφέρουν οικονομικά, είπε η Γουίλσον-Μίλερ, ειδική σε γονιμότητα επιστήμονας και μητέρα δύο παιδιών.

“Αν οι ΗΠΑ άνοιγαν όντως τις πόρτες και έλεγαν, ‘Ναι, θα επιτρέψουμε την είσοδο σε περισσότερους πρόσφυγες’, και χρειάζονταν περισσότερες οικογένειες, τότε ξέρω ότι η δική μου θα προσφερόταν”, είπε.

Σύμφωνα με την αναφορά της οργάνωσης MoveOn, οι υπογράφοντες είναι οικογένειες, νεαρά ζευγάρια, φοιτητές και φοιτήτριες, μεγαλύτερα ζευγάρια που τα παιδιά τους είχαν μεγαλώσει και φύγει από το σπίτι καθώς και άλλοι με χώρο στις κατοικίες τους για άτομα που αναγκάστηκαν να φύγουν από τη βία στη Συρία.

Μια γυναίκα, η Σάνον Λένερτ Μπράουν, από το Έναμκλο στη δυτική πολιτεία Ουάσινγκτον, έγραψε στον ιστότοπο ότι είχε ένα τροχόσπιτο που θα μπορούσε να φτιαχτεί.

Άλλοι όμως, παρότι προσφέρθηκαν να φιλοξενήσουν πρόσφυγες, ανησυχούσαν ότι μαζί με αυτούς που φεύγουν από τον πόλεμο μπορούν να έρθουν στις ΗΠΑ και εξτρεμιστές. “Κάνω την προσευχή μου να μην προσπαθήσει να μπεί κανένας τρομοκράτης που προσποιείται τον πρόσφυγα”, έγραψε η Πάτι Πέρι από το Κράνμπερι Λέϊκ στην πολιτεία της Νέας Υόρκης.

«H Ιταλία δεν αντιμετωπίζει εισβολή μεταναστών», δηλώνει στην τηλεόραση της Rai o Ματτέο Ρέντσι

«H χώρα μας δεν αντιμετωπίζει εισβολή μεταναστών», δήλωσε στην τηλεόραση του Rai Uno o Ιταλός πρωθυπουργός Ματτέο Ρέντσι.

Ο Ρέντσι πρόσθεσε ότι πέρυσι έφτασαν στην Ιταλία 170.000 μετανάστες,ενώ φέτος,μέχρι τα τέλη Αυγούστου,ο ανάλογος αριθμός ήταν 116.131. Υπενθύμισε, παράλληλα, ότι το σχέδιο Γιούνκερ προβλέπει ότι πάνω από πενήντα χιλιάδες θα πρέπει να ανακατανεμηθούν σε άλλες χώρες της Ευρώπης, αλλά «η δέσμευση αυτή πρέπει να γίνει πράξη».

Ο Ιταλός πρωθυπουργός τόνισε ότι σήμερα το πρωί συνομίλησε τηλεφωνικά με την ‘Αγκελα Μέρκελ για το μεταναστευτικό, καθιστώντας σαφές ότι «σε θέματα σαν και αυτά δεν πρέπει να υπάρχουν διαχωρισμοί σε πολιτικές παρατάξεις».

Ο επικεφαλής της ιταλικής κυβέρνησης δήλωσε, παράλληλα, ότι «η οικονομία της χώρας αρχίζει να βρίσκεται σε ανάκαμψη και πρέπει να σταλούν καθησυχαστικά μηνύματα: μετά από τρία χρόνια ύφεσης, το ΑΕΠ ξανάρχισε να αυξάνεται».

Ο Ματτέο Ρέντσι επιβεβαίωσε ότι από το 2016 η κυβέρνησή του θα καταργήσει τον φόρο πρώτης κατοικίας, εξηγώντας ότι θα «το κράτος θα καλύψει την οικονομική απώλεια των διαφόρων δήμων της χώρας, εξαιτίας της κατάργησης του συγκεκριμένου φόρου».

Σε σχέση με την Συρία, τέλος, ο Ιταλός πρωθυπουργός δήλωσε: «δεν θα πάρουμε μέρος σε πρωτοβουλίες σαν και αυτές που η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία ανακοίνωσαν ότι μελετούν. Χρειάζεται ένα μακρόπνοο σχέδιο της διεθνούς κοινότητας».

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα