Λιμάνι Θεσσαλονίκης Konstantinos Tsakalidis / SOOC

ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΛΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ;

Λαμπριανίδης, Λιακος και Σταθάκης απαντούν στα ερωτήματα του Magazine με αφορμή ένα συνέδριο για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας που θα πραγματοποιηθει από τις 27 έως και τις 29 Ιανουαρίου στο Eteron.

Από τη μία οι διαδοχικές κρίσεις από την άλλη η ρητορική για το μονόδρομο της νεοφιλελεύθερης οικονομίας. Δηλαδή, από τη μία οι κρίσεις που προκαλεί η αγορά και από την άλλη η αγορά ως το μόνο αντίδοτο για τις κρίσεις της. Σε αυτή την μπερδεμένη παγίδα έχουμε πέσει τα τελευταία χρόνια, με την οικονομία να πηγαίνει σε Ελλάδα και Ευρώπη στον αυτόματο αφού όπως λέει το κλισέ “δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική”.

Είναι αλήθεια όμως αυτό;

Ένα συνέδριο έρχεται να δώσει τις απαντήσεις. Ο Όμιλος ΜετάΒΑΣΗ για τη βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη, που λειτουργεί στο πλαίσιο του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, και το Eteron – Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή διοργανώνουν τριήμερο συνέδριο στον χώρο του Eteron (Λεωκορίου 38-40, Ψυρρή, Αθήνα), με θέμα «Αναζητώντας τον Άλλο Δρόμο: Στρατηγικές Ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας».

Οι εργασίες του θα ξεκινήσουν την Παρασκευή 27 Ιανουαρίου, και θα ολοκληρωθούν την Κυριακή 29 Ιανουαρίου.

Επιδίωξη του Συνεδρίου είναι να διερευνηθούν οι διαφορετικές πτυχές του αναπτυξιακού ζητήματος μέσα από δέκα κύκλους συζητήσεων με καλεσμένες και καλεσμένους ανθρώπους της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και της έρευνας.

Την επιστημονική επιτροπή του συνεδρίου απαρτίζουν ο Νίκος Θεοχαράκης, η Μαρία Καραμεσίνη, ο Λόης Λαμπριανίδης, ο Αντώνης Λιάκος και ο Γιώργος Σταθάκης.

Για να πάρουμε μια πρόγευση για το τι θα συζητηθεί, το Magazine έστειλε ορισμένα ερωτήματα σε τρεις από τους διοργανωτές:

Τον Λόη Λαμπριανίδη, οικονομικός γεωγράφο, συντ. Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστημίου Μακεδονίας και πρώην Γενικό Γραμματέα Ιδιωτικών Επενδύσεων Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης (2015-19)

Τον Αντώνη Λιάκο, ιστορικό και ομότιμο καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Τον Γιώργο Σταθάκη, οικονομολόγο, ομότιμο καθηγητή στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Παν. Κρήτης και πρώην υπουργό Οικονομίας & Ανάπτυξης, και Ενέργειας.

Λόης Λαμπριανίδης: Οι πληγές της πανδημίας δίδαξαν πικρά αλλά αναγκαία μαθήματα

Λόης Λαμπριανίδης INTIME NEWS

Ποιοι είναι βασικοί στόχοι του Συνεδρίου;
Η χώρα βρίσκεται –με την Ευρώπη και τον κόσμο συνολικά– εμπρός σε πρωτόγνωρες απειλές και κινδύνους. Τo χρέος (δημόσιo/ιδιωτικό) έχει εκτοξευθεί, τα προϋπολογιστικά ελλείμματα, αλλά και αυτά του εμπορικού και του ισοζυγίου πληρωμών, οι αποκλίσεις των ελληνικών επιτοκίων από τα επιτόκια του ευρωπαϊκού βορρά μετά βίας συγκρατούνται από την ΕΚΤ, η ανεργία, η εργασιακή επισφάλεια και οι χαμηλοί μισθοί είναι η πραγματικότητα που βιώνουν οι νέοι μας ιδίως, ο πληθωρισμός επανέκαμψε εντυπωσιακά, οι ανισότητες διευρύνονται.

Κατά την τελευταία εικοσαετία, και ιδιαίτερα μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση, οι ανισότητες αποτελούν βασικό πρόβλημα, γιατί πέρα από τις επιπτώσεις στην κοινωνική συνοχή, στη φτώχεια, στην εμφάνιση αποσταθεροποιητικών για τη δημοκρατία φαινόμενων, απειλούν και την οικονομική μεγέθυνση, κεντρικό ζητούμενο της σύγχρονης οικονομίας.

Οι πληγές της πανδημίας δίδαξαν πικρά αλλά αναγκαία μαθήματα γύρω από την αξιοπιστία του παγκοσμιοποιημένου κόσμου μας και των αλυσίδων αξίας που τον στηρίζουν, του επιπέδου συνεργασίας μεταξύ των χωρών κτλ. Η εισβολή στην Ουκρανία λειτουργεί ως θρυαλλίδα μιας μεγάλης οικονομικής, οικολογικής και επισιτιστικής κρίσης, φέρνει δραστικό περιορισμό στην παγκοσμιοποίηση και οδηγεί σε οικονομικές συναλλαγές που ανακατευθύνονται κυρίως στο εσωτερικό γεωπολιτικών πόλων («κόντεμα αλυσίδων»/ friend-shoring).

Εν όψει των ανωτέρω, ο στόχος είναι το Συνέδριο να μην κινηθεί σε στενά ακαδημαϊκό πλαίσιο αλλά να αποτυπώσει ιδέες και αναπτυξιακές ιδίως αναλύσεις νέων Ελλήνων/ίδων ερευνητών/τριών και ακαδημαϊκών, και να επιδιώξει να συμβάλει σε έναν πληρέστερο αναπτυξιακό σχεδιασμό για τη χώρα.

Υψηλή εξειδίκευση και νέο παραγωγικό μοντέλο. Ήδη όσοι έχουν αναχωρήσει με το brain drain στην κρίση, είναι πιθανό να έχουν φτιάξει μια ζωή στο εξωτερικό που δύσκολα θα αφήσουν. Άρα μας ενδιαφέρει να πείσουμε αυτούς να επιστρέψουν ή να ενισχύσουμε την πανεπιστημιακή παραγωγή της υψηλής εξειδίκευσης;
Η ελληνική οικονομία στηρίζεται στην παραγωγή προϊόντων/υπηρεσιών χαμηλής και μέσης προστιθέμενης αξίας, με αποτέλεσμα την καθήλωσή μας στην «παγίδα των χωρών μεσαίου εισοδήματος».

Ακολουθείται διαχρονικά, και ιδίως σήμερα, μια πολιτική «φτηνής ανάπτυξης» (χαμηλό κόστος εργασίας, χαμηλοί φορολογικοί συντελεστές για τις επιχειρήσεις, περιορισμένη προστασία φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος, πολιτιστικής κληρονομιάς), μια αδιέξοδη πολιτική για μια δημοκρατική χώρα που ακόμη και μετά την κρίση παραμένει μια από τις αναπτυγμένες του κόσμου. Ένα αποτέλεσμα, εκτός όλων των άλλων, είναι και η απουσία σημαντικού αριθμού θέσεων εργασίας υψηλής ειδίκευσης που οδηγεί στη μετανάστευση σημαντικού μέρους του εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού της χώρας (brain drain).

Για να επιστρέψουν οι εκπατρισμένοι, πρέπει να εξαλειφθούν οι λόγοι που οδήγησαν στη φυγή. Χρειάζονται πολιτικές μεταβολής του αναπτυξιακού υποδείγματος στην κατεύθυνση της οικονομίας της γνώσης, πολιτικές επομένως στήριξης της επιχειρηματικότητας, της Ε&Α/ καινοτομίας, σε επιχειρήσεις και πανεπιστήμια/ερευνητικά κέντρα, ενίσχυσης της αυτοαπασχόλησης των πτυχιούχων, των νεοφυών επιχειρήσεων, κτλ.

Μια ανοικτότερη πολιτική ένταξης των μεταναστών, μολονότι δεν είναι πανάκεια, συμβάλλει άμεσα στο δημογραφικό και στην αποφυγή ερήμωσης σημαντικού μέρους της υπαίθρου και ευρύτερα στις ελλείψεις στην αγορά εργασίας.

Επίσης, πρέπει να αναγνωριστεί ως κεντρικός στόχος και η εικονική επιστροφή (virtual return), δηλαδή η σύνδεση τoυ συνόλου της διασποράς, και όχι μόνο αυτών που αποκαλούμε brain drain, με την ελληνική οικονομία ενώ παραμένουν στο εξωτερικό.

Τέλος, θέλουμε να προσελκύσουμε εξειδικευμένο δυναμικό τρίτων χωρών για να δουλέψουν για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Ορισμένοι σήμερα, ελκυόμενοι από το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον μας, έρχονται να εργαστούν από την Ελλάδα για επιχειρήσεις του εξωτερικού (ψηφιακοί νομάδες), με πολύ περιορισμένη βέβαια συμβολή στην ελληνική οικονομία.

Μέσα στο νέο παραγωγικό μοντέλο τι ρόλο παίζουν οι μετανάστες; Αν αναλογιστούμε και την υπογεννητικότητά στη χώρα, μπορούμε να δημιουργήσουμε τις συνθήκες ώστε να έρθουν και χέρια και μυαλά από λιγότερο αναπτυγμένες χώρες;
Αντιμετωπίζουμε σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα, κυρίως αποτέλεσμα του χαμηλού συντελεστή γονιμότητας και της γήρανσης του πληθυσμού. Αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας σημαίνει καλύτερες αμοιβές, συνθήκες εργασίας, κοινωνικές υποδομές για νέους εργαζόμενους/παιδιά (βρεφικοί, νηπιακοί σταθμοί, νηπιαγωγεία, κτλ.), αλλά και ευρύτερη μεταβολή του αξιακού μας πλαισίου.

Η δημογραφική κρίση κατανέμεται γεωγραφικά ανομοιόμορφα: το 1/3 των Δήμων, κατά βάση οι αγροτικοί και (ημι)ορεινοί, υπέστησαν μεταξύ 2011-21 πληθυσμιακή μείωση που σε αρκετές περιπτώσεις ξεπέρασε και το 20%, με συνέπεια ένα σημαντικό μέρος της χώρας να ερημοποιείται σταδιακά.

Μια ανοικτότερη πολιτική ένταξης των μεταναστών, μολονότι δεν είναι πανάκεια, συμβάλλει άμεσα στο δημογραφικό και στην αποφυγή ερήμωσης σημαντικού μέρους της υπαίθρου και ευρύτερα στις ελλείψεις στην αγορά εργασίας. Όμως, προσοχή: η μεταναστευτική πολιτική πρέπει να είναι ολοκληρωμένη, επί τη βάσει αναγκών/σχεδιασμών. Έτσι, θα αποφύγουμε αφενός τη γκετοποίηση και τυχόν εθνοτικές ρήξεις, που προκύπτουν συχνά από την απουσία πολιτικών ένταξης, και αφετέρου την ακροδεξιά ρητορική και πρακτική, που ενισχύεται από την αδιαφορία για την άνιση επίπτωση της μετανάστευσης στο εσωτερικό της χώρας, με τους φτωχότερους συχνά να καλούνται να επωμισθούν τα βάρη της, χωρίς τα οφέλη της.

Αντώνης Λιάκος: Καθήλωση στην πίσω αυλή της Ευρώπης

Αντώνης Λιάκος INTIME NEWS

Είναι εύκολο να βάλουμε μια “ταμπέλα” στο παραγωγικό μοντέλο της Ελλάδας ιδιαίτερα από την κρίση και μετά;
Είναι στρεβλό, ληστρικό και θνησιγενές. Στρεβλό, αν δεις πώς κατανέμονται οι πόροι. Στην υγεία, θεμελιώδες στοιχείο ανάπτυξης, και μάλιστα στην υγεία των παιδιών, υπάρχουν λίστες αναμονής για εγχειρήσεις επί μήνες και χρόνια. Λείπουν οι μισές θέσεις γιατρών. Για λογαριάστε τώρα πού κατευθύνονται μυθώδη ποσά…Δείτε τη φούσκα του real estate, δείτε πώς προτείνεται να αξιοποιηθούν οι ευρωπαϊκοί πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Ληστρικό: Η σημερινή Ελλάδα διαθέτει την πιο σκληρά ταξική φορολογική πολιτική στον ΟΟΣΑ: Ο φορολογικός συντελεστής 5% στα εισοδήματα από μερίσματα (δηλαδή στα διανεμόμενα κέρδη) είναι ο δεύτερος χαμηλότερος μετά τη Λετονία και η κατάταξη με κριτήριο τη συνολική φορολογία των κερδών η Ελλάδα συγκρίσιμη με την Εσθονία, Ουγγαρία και Λετονία.

Ο φορολογικός συντελεστής κερδών στο 50% των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών Αντιθέτως, το εισόδημα από μισθωτή εργασία φορολογείται άγρια. Τέλος θνησιγενές. Τα βασικά δεδομένα που προκάλεσαν την κρίση δεν έχουν αλλάξει. Χαμηλό επίπεδο παραγωγής, υψηλό χρέος, ανάπτυξη που βασίζεται στον τριτογενή τομέα (τουρισμός και real estate). Οι εισαγωγές προϊόντων αυξάνονται με 5,2% σε πραγματικές τιμές, οι εξαγωγές έχουν καθηλωθεί στο 0,5%. Ο πληθωρισμός δημιουργεί μια απατηλή εικόνα ανάπτυξης. Η Ελλάδα είναι ουραγός στην Ευρώπη. Στους περισσότερους δείκτες εμφανίζεται ανάμεσα στις τρεις τελευταίες χώρες, δηλαδή τις βαλκανικές χώρες της ΕΕ. Το λες και επιστροφή στη γειτονιά. Καθήλωση στην πίσω αυλή της Ευρώπης.

Ιστορικά, βλέπουμε συχνά ένα μοτίβο που θέλει η αλλαγή στο παραγωγικό μοντέλο να σχετίζεται με μια καταστροφή. Πολλές φορές είναι ένας πόλεμος. Αυτό πώς γίνεται να συμβεί σε καιρό ειρήνης και σε συνθήκες Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Η ΕΕ σε συνθήκες καταστροφής αιωρείται από το ένα άκρο στο άλλο. Από τη λιτότητα της δεκαετίας 2008-2018, που στοίχισε στην Ελλάδα το ¼ του ΑΕΠ και την κρίση του 2015, στην πολιτική χαλάρωσης την εποχή της πανδημίας 2020-2022, και ξανά στην άνοδο των επιτοκίων και στις νομισματικές πολιτικές περιορισμών τώρα. Πάντως τα 32 δισ. ευρώ πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας μπορούν να επιταχύνουν την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου. Η κυβέρνηση όμως ακολουθεί τα πορίσματα της έκθεσης Πισσαρίδη, δηλαδή ότι η αθρόα προσφορά φτηνής και ευέλικτης εργασίες και ο περιορισμός της θάλασσας των μικρών επιχειρήσεων, θα δημιουργήσει ανάπτυξη.

Δεν χρειαζόμαστε δογματισμούς, αλλά ούτε εμπειρικό κυνήγι εντυπώσεων. Στρατηγική χρειαζόμαστε. Αυτό το συνέδριο είναι μια αρχή και μια κατεύθυνση.

Η Ευρώπη είναι συντριπτικά ισχυρό μέγεθος ως προς την Ελλάδα, αλλά οι πολιτικές της δεν είναι σταθερές. Ωστόσο, ως προς αυτά που έχουμε στο χέρι, προϋποθέτουν ανασχεδιασμό της κατανομής των πόρων. Αυτό άλλωστε θα συζητηθεί στο συνέδριο. Και θα ήθελα να τονίσω ότι την πρώτη μέρα έχουμε ένα πάνελ με νέους ιστορικούς, οικονομικούς ιστορικούς οι οποίοι και θα αναλύσουν τις σχέσεις Ελλάδας-Ευρώπης πέρα από στερεότυπα, και θα επιχειρήσουν συγκριτικές παρατηρήσεις με άλλες χώρες.

Μπορούμε ν΄ αντιγράψουμε το παρελθόν; Δηλαδή, μπορείς να πάρεις ένα επιτυχημένο μοντέλο του παρελθόντος και να το φορέσεις στο τώρα ή υπάρχουν οι κίνδυνοι να μην ταιριάζει στην εποχή μας;
Μα για να τα αποφύγουμε όλα αυτά οργανώσαμε αυτό το συνέδριο. Δεν κατέχουμε το μυστικό και σας καλούμε να το ακούσετε. Καλέσαμε νέους επιστήμονες, που βρίσκονται στην αιχμή της έρευνας, που έχουν μια διαφορετική δομή αίσθησης από τους μεγαλύτερους που βρίσκονται στα πράγματα, να μας πουν τί βλέπουν.Τί προκύπτει από τις μελέτες τους, Θα πρεπε αυτό να έχει γίνει από πλευράς αντιπολίτευσης από το 2019.

Η χώρα χρειάζεται ένα νέο προσανατολισμό, κι αυτός δεν βγαίνει όσο κι αν ανακατεύεις την κομματική σούπα. Η αντιπολίτευση είναι καλή στο πιγκ-πόγκ, αλλά δεν έχει μια συνεκτική εικόνα πώς θέλει να είναι το μέλλον και πώς να συγκροτήσει μια πρόταση γι αυτό. Το συνέδριο αυτό εκεί στοχεύει. Φέρνει καινούργιο κόσμο και νέες ιδέες. Βρισκόμαστε μπρος στο πρόβλημα της ανάταξης και ανασύνταξης της χώρας. Δεν χρειαζόμαστε δογματισμούς, αλλά ούτε εμπειρικό κυνήγι εντυπώσεων. Στρατηγική χρειαζόμαστε. Αυτό το συνέδριο είναι μια αρχή και μια κατεύθυνση. Γιατί έχουμε πολλά ακόμη να διερευνήσουμε.

Γιώργος Σταθάκης: Το επενδυτικό κενό στην ελληνική οικονομία είναι μεγάλο

Γιώργος Σταθάκης. INTIME NEWS

Με τις υπάρχουσες δομές, μπορεί η Ελλάδα να γίνει μια χώρα που θα πηγαίνουν όλα καλά; Δηλαδή, να έχουμε τουρισμό και υπηρεσίες, να αναδειχθεί μια νέου τύπου εγχώρια βιομηχανία, premium αγροτικά προϊόντα και συνθήκες ανάπτυξης startup μορφωμάτων; Ή μήπως πρέπει να επικεντρωθούμε σε κάποια;
Με τις υπάρχουσες δομές και χωρίς μεγάλες αλλαγές στη δημόσια διοίκηση, τη δικαιοσύνη, τους υπάρχοντες, ή μάλλον ανύπαρκτους, αναπτυξιακούς θεσμούς, και την οριστική επίλυση χωροταξικών και άλλων παθογενειών είναι προφανές ότι δεν είναι μπορεί να συζητά κανείς για μία παραγωγική και τεχνολογική στροφή της ελληνικής οικονομίας. Ας πούμε ότι είναι οι προϋποθέσεις.

Άρα η θεσμική μεταρρύθμιση είναι αναγκαία. Εντούτοις το πιο σημαντικό είναι η αμφισβήτηση της θεώρησης των τελευταίων τριάντα χρόνων ότι το «αναποτελεσματικό κράτος» είναι το πρόβλημα της οικονομικής ανάπτυξης και ότι οι δυνάμεις της αγοράς μπορούν αυτόματα να το επιλύσουν, μέσω της μεταφοράς της διαχείρισης των δημόσιων αγαθών, των λειτουργιών προγραμματισμού, της κατεύθυνσης των επενδύσεων και της διαχείρισης των δημόσιων πόρων. Στην ελληνική περίπτωση αυτό συμβαίνει στις υποδομές, την ενέργεια, την υγεία, την εκπαίδευση και αλλού.

Αντίθετα, μετά τις διαδοχικές κρίσεις, όλο και περισσότερο ενισχύεται η θεώρηση ενός «αναπτυξιακού κράτους» που παράγει και προσφέρει κοινωνικά αγαθά, σχεδιάζει και υλοποιεί αναπτυξιακούς στόχους σε συνεργασία με την επιχειρηματικότητα και τους κοινωνικούς εταίρους, προσφέρει κατάλληλες υποδομές, ερευνά και παράγει νέα συστήματα ιδεών που αξιοποιούν οι επιχειρήσεις. Στην δεύτερη εκδοχή το ζήτημα της παράλληλης ανάπτυξης επιλεγμένων βιομηχανικών, αγροτικών και τεχνολογικών δραστηριοτήτων μπορεί να είναι εφικτό. Εναρμονίζεται εξάλλου με τις παγιωμένες πλέον πρακτικές πολλών ευρωπαϊκών χωρών.

Από την κυβερνητική εμπειρία σας μπορούν να γίνουν τομές στο παραγωγικό μοντέλο χωρίς να υπάρχουν λεφτά; Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή μια χώρα που μπορεί να το στηρίξει οικονομικά;
Η στρατηγική ανάπτυξης της χώρας, που εφαρμόζεται από τα τέλη της δεκαετίας του ‘90, επικεντρωμένης στο τρίπτυχο τουρισμός, κατασκευές και υπηρεσίες έχει ως πρωταρχικό στοιχείο μία μακροχρόνια τάση αποεπένδυσης στην ελληνική οικονομία. Το επενδυτικό κενό στην ελληνική οικονομία είναι μεγάλο. Στις παραγωγικές και τεχνολογικές οικονομίες οι ετήσιες επενδύσεις φθάνουν στο 20% του ΑΕΠ. Στην ελληνική δεν ξεπερνούν το 12-13% στις καλές στιγμές. Ταυτόχρονα οι ευρωπαϊκοί πόροι που κατά περιόδους φθάνουν το 4% του ΑΕΠ, σήμερα με το Ταμείο είναι περισσότεροι, χρησιμοποιούνται για την ενίσχυση των μεγάλων έργων, του τουρισμού και των των τομέων «εγγυημένων αποδόσεων» όπως είναι οι μακροχρόνιες συμβάσεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σε ενέργεια, δρόμους, ανακύκλωση.

Μετά τις διαδοχικές κρίσεις, όλο και περισσότερο ενισχύεται η θεώρηση ενός «αναπτυξιακού κράτους» που παράγει και προσφέρει κοινωνικά αγαθά, σχεδιάζει και υλοποιεί αναπτυξιακούς στόχους σε συνεργασία με την επιχειρηματικότητα.

Οι τράπεζες χρηματοδοτούν ισοδύναμα αυτού του τύπου τις δραστηριότητες. Κοινώς το σημερινό σύστημα χρηματοδότησης αναπαράγει τη δομή της οικονομίας και το αναπτυξιακό αδιέξοδο. Προφανώς η αναπτυξιακή στροφή υποδηλώνει μία ριζικά διαφορετική χρήση των χρηματοδοτικών πόρων, -των ευρωπαϊκών και των δημόσιων, από κοινού με νέους αναπτυξιακούς χρηματοδοτικούς θεσμούς. Κυρίως όμως απαιτεί αλλαγή παραδείγματος στην πράσινη μετάβαση, στην έρευνα και την τεχνολογία, την στήριξη βιομηχανικών κλάδων με προφανή πλεονεκτήματα, στην πράσινη γεωργία και αλλού.

Όταν αλλάζεις το μοντέλο της οικονομικής παραγωγής δεν είναι όλα ρόδινα για όλους. Υπάρχουν κοινωνικές ομάδες που πρέπει να στηρίξουν την αλλαγή αυτή, βάζοντας για μια ακόμη φορά πλάτη. Πιστεύετε πώς μετά τα μνημόνια αλλά και την πανδημία είναι εύκολο να πειστούν οι πολίτες να το κάνουν;
Κάθε απόπειρα αλλαγής του μοντέλου ανάπτυξης είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, και απαιτεί ευρύτερες κοινωνικούς συναινέσεις, καθώς εμπεριέχει και συγκρούσεις με πολλά και διαφορετικά συμφέροντα. Ταυτόχρονα η παρατεταμένη οικονομική κρίση, για πάνω από μία δεκαετία, έχει δημιουργήσει κοινωνική δυσπιστία στην δυνατότητα ριζικών αλλαγών.

Από την άλλη είναι η κοινή εμπειρία της «φυγής στο εξωτερικό» δεκάδων χιλιάδων νέων με εξαιρετικές ικανότητες, της χρονίζουσας ανεργίας, της καταστροφής κάθε πραγματικά παραγωγικής προσπάθειας, της προοπτικής μίας οικονομίας που δημιουργεί αποκλειστικά χαμηλόμισθες θέσεις σε υπηρεσίες και τουρισμό, που μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις μιας αναλαμπής να προκαλέσει μία ευρύτερη κινητοποίηση. Είναι θέμα των ίδιων των αλλαγών, της επίλυσης πραγματικών προβλημάτων που θα ενεργοποιεί και θα κατασκευάζει ευρύτερες συναινέσεις.

Περισσότερες πληροφορίες για το συνέδριο εδώ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα