Βυθίσατε τη Μύκονο!

Βυθίσατε τη Μύκονο!

Γιατί είναι υποκρισία να ψάχνουμε αποκλειστικά στα μπουζούκια και τη χαμηλή αισθητική τις αιτίες της κρίσης, της φτώχειας και της απόγνωσης στην Ελλάδα.

Μπορεί να ακούς Φραντς Σούμπερτ ή Ερικ Σατί και να είσαι ο μεγαλύτερος απατεώνας. Να έχεις κατακλέψει κατά συρροή ας πούμε το δημόσιο με soundtrack ένα κουιντέντο εγχόρδων και το πιο χυδαίο νταβαντζιλίκι.

Μπορεί να ακούς Αντώνη Ρέμο όταν είσαι μεθυσμένος και απλώς να έχεις «λόου» γούστο στη διασκέδαση. Αναστατώθηκε το ελληνικό διαδίκτυο και έδειξε τα γρήγορα αντανακλαστικά του όταν μεταδόθηκε η είδηση (;) ότι ένας τραγουδιστής στα μπουζούκια εκστόμισε μια άθλια ατάκα για την αναπηρία του Γερμανού υπουργού οικονομικών μπροστά σε ψιλομεθυσμένους θαμώνες.

Ωστόσο ήταν πριν αρκετό καιρό όταν μια αντίστοιχη, εξίσου φαιδρή ατάκα, με θέμα την αναπηρία του κ. Σόιμπλε εκτοξεύτηκε όχι στη Μύκονο, αλλά στο twitter από δημοσιογράφο μεγάλου «σοβαρού» ιδιωτικού καναλιού. Και τότε έγινε σάλος. Ας ιεραρχήσουμε, λοιπόν, τι μας φταίει.

Το γεγονός ότι κάποιος εκφράζει δημόσια και αβασάνιστα απαράδεκτες και ρατσιστικές απόψεις  ή το ότι αυτές συνοδεύονται από τυρί, σαμπάνια, σαντούρι ή όπερα; Πρόκειται για άλλου τύπου αναζήτηση το αν ο ζωτικός χώρος της Ελλάδας ορίζεται από την κυριαρχία της χαμηλής αισθητικής και άλλο αν η χαμηλή αισθητική προκάλεσε και διαιωνίζει την οικονομική και ηθική κρίση στη χώρα.

Η ελληνική υποκρισία είναι ένα εύκολο σπορ για να σκοτώνουν το χρόνο τους όσοι θεωρούν ότι η μοναδική αρετή που τους έχει απομείνει είναι η παθητική πρόσληψη.

Χλιδάτα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης υπάρχουν παντού, όπως και κακό γούστο και πεταμένο χρήμα για ξόδεμα. Από το Ντουμπάϊ και το Λας Βέγκας μέχρι το Λονδίνο και την Ιμπιζα. Οσο τίμιο, αποτελεσματικό και αντρίκιο είναι το να θέλεις να αντιμετωπίσεις κάποιον μειώνοντας τον επειδή έχει κινητικό πρόβλημα, άλλο τόσο τίμιο, ειλικρινές και ουσιαστικό είναι να κατηγορείς τους μεθυσμένους χαραμοφάηδες για την οικονομική κατάρρευση και το ελλείματα δημοκρατίας και δικαιοσύνης στην Ελλάδα. 

Είναι λέτε εκείνοι που κινούν τα νήματα της πολιτικής, δικαστικής και οικονομικής ζωής; H μήπως πρόκειται απλώς για αυλικούς που ζουν σε μια ζώνη όπου η οικονομική και πολιτική δραστηριότητα επιβάλλουν μηδέν βιομηχανία, μηδέν έρευνα, μηδεν επιχειρηματικότητα, μηδέν παιδεία, μηδέν προοπτική και ασφαλώς και μηδέν αισθητική; Μήπως αυτό που μας πειράζει δεν είναι ότι η Ελλάδα αναπτύσσεται σε ένα αλλοιωμένο τουριστικά τοπίο Μπανανίας με αποδέκτες πλούσιους και παρδαλούς άποικους αλλά το γεγονός ότι μια “προνομιακή” μειοψηφία από ντόπιους ιθαγενείς στριμώχνονται για να πιούν ένα ποτήρι σαμπάνια;

Ας αποφασίσουμε που πατάμε. Ο σχεδιασμός της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας προβλέπει υψηλή και χαμηλή κουλτούρα. Εξωφρενικά κέρδη και εξωφρενική φτώχεια. Στη περίπτωση που αυτό δεν μας ικανοποιεί, αντί να καταριόμαστε, ας εργαστούμε για να συμφιλιωθούμε πρώτα μεταξύ μας και μετά εκπονούμε ένα εναλλακτικό master plan με αξιώσεις πολιτισμικής ακτινοβολίας. Η συμφιλίωση δεν θα προκύψει αν εξακολουθούμε να κατηγορούμε ο ένας τον άλλον γιατί ακούει Ρέμο ή Χατζιδάκι, αλλά από αυστηρό ηθικό έλεγχο: αν έχουμε διαπράξει σοβαρά αδικήματα σε βάρος της κοινωνίας πρέπει να συμφωνήσουμε όλοι ότι ο νόμος και η διαδικασία λειτουργούν στα πλαίσια της μεταξύ μας συμφωνίας. Αν πιστεύουμε ότι θέλουμε και μπορούμε να αλλάξουμε την Ελλάδα ακόμη και τώρα που βυθίζεται σε μεγαλύτερη διαφθορά και αυθαιρεσία, υπάρχει χρόνος.

Το πιο άμεσο πράγμα που χρειάζεται να κάνουμε είναι να ξεφορτωθούμε το φανατισμό και αντί να ψάχνουμε απαντήσεις στα μπουζούκια, ας την αναζητήσουμε στα κοινοβούλια, στη δικαιοσύνη, στις τοπικές κοινότητες, στο δρόμο. Αλλα θα έπρεπε να συμβαίνουν. Ακόμη και αν η Μύκονος βυθιζόταν ως άλλη Ατλαντίδα, ο ουρανός δεν θα βρέξει ούτε προοπτική, ούτε δικαιοσύνη, ούτε ευημερία.

*Ο Νίκος Άγουρος είναι δημοσιογράφος. Σπούδασε Global Media and Communications στη London School of Economics, και Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εχει εργαστεί στο «Βήμα της Κυριακής», ως διευθυντής σύνταξης του ενθέτου «ΒΗΜΑmen» και εργάζεται στον περιοδικό Τύπο από το 2000.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα