Ας μιλήσουμε για δημοσιογραφία

Η δημοσιογραφία στην εποχή των social media και ο διάλογος για τη δημόσια τηλεόραση. Πού πάμε;
- 15 Απριλίου 2015 14:35
Της Ιωάννας Ηλιάδη*
Η κατάθεση του νέου νομοσχεδίου για την κρατική τηλεόραση, είναι ίσως μια χρυσή ευκαιρία να ανοίξει ο διάλογος για το ποια δημοσιογραφία έχουμε και πού η ζωή μας πάει… θα λέγαμε ποιητικά αδεία. Ο διάλογος για τη δημόσια τηλεόραση εξαντλήθηκε στην απαράδεκτη -έως σκοταδιστική- πρακτική της προηγούμενης κυβέρνησης να κλείσει σε μια νύχτα την κρατική τηλεόραση και στην απώλεια της εργασίας όλων όσων στελέχωναν την κρατική τηλεόραση και ραδιοφωνία.
Ο κύκλος αυτός όμως φαίνεται ότι δεν στάθηκε ικανός να ανοίξει στην κοινωνία τη συζήτηση για το ποια δημοσιογραφία θέλουμε.
Είναι κοινή διαπίστωση ότι ο Τύπος και τα ΜΜΕ βρίσκονται αντιμέτωπα με μία κρίση, που είτε έχει προκληθεί ή έχει ενταθεί από την ανατρεπτική δράση τεχνολογιών της Πληροφορίας και Επικοινωνίας.
Στις τοπικές κοινότητες η σύγκλιση των Τεχνολογιών, με κύρια έκφραση της το Διαδίκτυο, είχε ιδιαίτερα ανατρεπτική επίδραση. Δημιουργήθηκαν νέες δυνατότητες εξάπλωσης της πληροφόρησης πέρα από τα στενά γεωγραφικά πλαίσια της κοινότητας αλλά ταυτόχρονα περιορίσθηκαν συγκριτικά οι δυνατότητες των τοπικών μέσων να πληροφορήσουν αποτελεσματικά την στενή γεωγραφική κοινότητα στην οποία απευθύνονται.
Αυτή ήταν η διαπίστωση του Προέδρου ενός μεγάλου Ιδρύματος των ΗΠΑ, του Knight Foundation που έχει αποφασιστική επίδραση στον τρόπο που χρηματοδοτούνται έρευνες για την εξέλιξη του Τύπου. (Alberto Ibargüen, Πρόεδρος του The John S. and James L. Knight Foundation, σε ομιλία στο Boston Foundation, 10 Ιουνίου 2008).
Ποιες είναι όμως οι συνηθισμένες προτάσεις για να αντιμετωπισθεί η κρίση στον Τύπο;
Σε μία ημερίδα για την κρίση στα ΜΜΕ, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, μεσούσης της κρίσης, οι λύσεις που προτάθηκαν εστιάζονταν στην ανάγκη αναβάθμισης της ποιότητας περιεχομένου, στην ανάγκη επιδότησης του Τύπου και των ΜΜΕ επειδή η δραστηριότητα τους αποτελεί κοινόχρηστο αγαθό, αλλά και στην ανάγκη αναζήτησης νέων επιχειρηματικών μοντέλων.
- Προτάθηκε να αντιτάξουν οι εφημερίδες σοβαρό περιεχόμενο στην απαξίωσή τους, αντί να προωθούν περιοδικά λαϊφστάιλ και προσφορές.
- Να αναβαθμίσουν το ρεπορτάζ τους, αντί να το περιορίζουν στο χώρο που άφηνε ελεύθερο η διαφήμιση.
- Ακόμη, να υπάρξει ειδικό πρόγραμμα οικονομικής ενίσχυσης, κυρίως των έντυπων και των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας (ΜΜΕ), σε αναλογία προς άλλους κλάδους, προκειμένου να ενισχυθεί η ρευστότητα, κυρίως, των περιφερειακών και ειδικών ΜΜΕ.
- Προτάθηκε επίσης και η ανάπτυξη πολλαπλών επιχειρηματικών μοντέλων για την επιβίωση των Μέσων, τη δημιουργία συνεργασιών μεταξύ των επιχειρήσεων και την εφαρμογή σύγχρονων συστημάτων μάνατζμεντ, με παροχή κινήτρων και συνεχή επανεκπαίδευση των εργαζομένων.
Είναι μια αντιμετώπιση συμβατή με το κυρίαρχο Παράδειγμα των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας. Οταν λέμε Παράδειγμα εννοούμε το σύνολο των πεποιθήσεων, των αναγνωρισμένων αξιών και των τεχνικών που ασπάζονται τα μέλη μιας δεδομένης ομάδας, που περικλείει ταυτόχρονα νόμους, θεωρίες, εφαρμογές και πειραματισμό. (Thomas . Kuhn, Η Δομή των Επιστημονικών Επαναστάσεων, Γ.Γεωργακόπουλος, Β.Κάλφας)
Το -με αυτή την έννοια- Παράδειγμα των ΜΜΕ είναι τόσο οικείο σε αρκετά μεγάλο ποσοστό των πολιτών ώστε να θεωρούν αυτή την προσέγγιση ασφαλή και αποτελεσματική.
Αυτό όμως προϋποθέτει εργασιακές συνθήκες καριέρας σε κάποιο ιεραρχικό οργανισμό, παγιωμένες καθημερινές ρουτίνες εργασίας, χαμηλό ποσοστό απολύσεων (και προσλήψεων), αλλά κυρίως διαχρονική χρησιμότητα των δεξιοτήτων από τη στιγμή που τις αποκτούσε κάποιος και μετά, έτσι ώστε η προϋπηρεσία να αποτελεί ταυτόχρονα και εχέγγυο αυξημένων δεξιοτήτων. Αυτό είναι δυνατό σε συνθήκες περιορισμένων αλλαγών και μάλιστα με αργό ρυθμό.
Η προσέγγιση από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού για την αντιμετώπιση της κρίσης στον Τύπο είναι διαφορετική.
«Το ερώτημα δεν είναι πως θα διασώσουμε τις εφημερίδες. Το ερώτημα είναι πως θα διασωθεί η αποτελεσματική πληροφόρηση που χρειάζονται οι τοπικές κοινότητες για να διαχειρίζονται τις υποθέσεις τους σε αυτή την δημοκρατία που ζούμε. Πώς θα σώσουμε την δημοσιογραφία στην Ψηφιακή Εποχή» (Alberto Ibargüen, Πρόεδρος του The John S. and James L. Knight Foundation, σε ομιλία στο Boston Foundation, 10 Ιουνίου 2008).
Ουσιαστικά προτείνεται ένα νέο Παράδειγμα για την δημοσιογραφία, την Συμμετοχική Δημοσιογραφία. Τα ευρήματα των ερευνών που χρηματοδοτήθηκαν περιγράφουν το νέο Παράδειγμα βλέποντας το μέλλον της δημοσιογραφίας λιγότερο ως υπόθεση προστασίας του επαγγελματισμού και περισσότερο ως ενίσχυσης της ευρείας συμμετοχής χωρίς διάκριση.( Seth Corwin Lewis, 2010, Journalism Innovation and the Ethic of Participation:A Case Study of the Knight Foundation and its News Challenge, The University of Texas at Austin)
Οι ερευνητές της εισαγωγής νεωτερισμών στην δημοσιογραφία βλέπουν το μέλλον ως μετάβαση από προστατευόμενο επάγγελμα σε γενικευμένη πρακτική στην οποία συμμετέχουν άλλοι.
Έχοντας λύσει το πρόβλημα της έντασης ανάμεσα σε επαγγελματίες και συμμέτοχους – λένε οι ερευνητές- θα μπορέσει να αναλυθεί η δημοσιογραφία στα συστατικά της μέρη ώστε να διατηρηθούν οι ζωτικές αρχές της και να εγκαταλειφθούν οι ξεπερασμένες τακτικές της.
Οι ερευνητές στην εισαγωγή νεωτερισμών – πέρα από την διατήρηση ορισμένων από τις σημερινές πρακτικές – βλέπουν την συμμετοχή ως το νέο στοιχείο της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, ως προς την αντίληψη του τι συνιστά δημοσιογραφία και ως προς τις πρακτικές της που εστιάζονται στην δημόσια εμπλοκή όπως η συλλογική νοημοσύνη και η διαχείριση κοινοτήτων.
Η δημοσιογραφία την εποχή των κοινωνικών δικτύων
Στον πυρήνα της διαμάχης ανάμεσα στα νέα και τα παλιά μέσα είναι το ερώτημα: “ποιός έχει τον έλεγχο εδώ;» (Robinson, Sue ,2007 ‘”Someone’s Gotta Be In Control, Here”, Journalism Practice, 1:3, 305 – 321) Η δημοσιογραφία αντλούσε την εξουσία του από το γεγονός ότι εξηγούσε τα καθημερινά γεγονότα ως ενιαία δική της αποστολή με συμφωνημένες και παγιωμένες πρακτικές και καθιερωμένες κοινωνικές σχέσεις. Ως αποτέλεσμα ο Τύπος δρούσε ως πολιτικός θεσμός με εξουσία. Τα χαρακτηριστικά του θεσμού είναι «πρότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς που θεωρούνται ως δεδομένα, έχουν αξία από μόνα τους και περιλαμβάνουν διαδικασίες, πάγιες πρακτικές και προϋποθέσεις που εκτείνονται στον χώρο και διαρκούν στον χρόνο ώστε να μπορούν να έχουν την ευθύνη ενός τομέα της κοινωνίας (Timothy Cook, ,1998: Governing with the News: the news media as a political institution, Chicago: University of Chicago Press.)
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας της Sue Robinson η επέκταση παραδοσιακών
εφημερίδων στο Διαδίκτυο είχε ως πρώτο αποτέλεσμα την χαλάρωση της αυστηρότητας των κριτηρίων για την δημοσίευση ή απόκρυψη μιας είδησης. Το ακροατήριο συμμετείχε στις διαδικασίες παρουσίασης, και απέκτησε μεγαλύτερο έλεγχο στις ειδήσεις όσο και αυξημένη πρόσβαση τόσο σε πηγές όσο και στους ίδιους τους δημοσιογράφους.
Οι δημοσιογράφοι που ερωτήθηκαν είπαν ότι στόχος τους ήταν να ενισχυθεί το κύρος της δημοσιογραφίας παρέχοντας μεγαλύτερη διαφάνεια και αυξημένη αξιοπιστία. Αυτός ο στόχος, που περιέχει κάποια ιδιοτέλεια, εν μέρει επιτυγχάνεται με την αυξημένη συμμετοχή μη επαγγελματιών στις αναμορφωμένες διαδικασίες παραγωγής ειδήσεων. Οι συγγραφείς της έρευνας βλέπουν τον Τύπο να μεταβάλλεται από «θεσμό» σε «πλατφόρμα», δηλαδή σε τεχνολογική βάση πάνω στην οποία κτίζονται άλλες τεχνολογίες ή διαδικασίες που επιτελούν τον ίδιο ρόλο με το θεσμό. Καθώς η βιβλιογραφία υποστηρίζει ότι το κύρος του Τύπου προέρχεται από τον θεσμικό ρόλο του και η εξουσία πηγάζει από τα επαγγελματικά πρότυπα που είναι αποδεκτά από το κοινό, η αλλαγή στα πρότυπα που επιφέρει η συμμετοχή μη επαγγελματιών θα έχει επίπτωση και στο κύρος.
Το ερώτημα: “ποιός έχει τον έλεγχο εδώ;» σχετίζεται λιγότερο με μεμονωμένες διαδικασίες σε μεμονωμένους χώρους όσο με την δεσπόζουσα μορφή οργάνωσης κάθε κυρίαρχης κοινωνικής δραστηριότητας. Εκεί που κυριαρχούσε η ιεραρχία τώρα τείνουν να κυριαρχήσουν τα Δίκτυα (M. Castells 2009, Communication Power, Oxford University Press σ..45) « Όσο οι διαδικασίες περιορίζονται στα όρια μιας ιεραρχίας, ο έλεγχος γίνεται με δοκιμασμένες μεθόδους – διατάσσω και ελέγχω. Όταν οι διαδικασίες επεκτείνονται για να περιλάβουν τα Δίκτυα ή άσκηση εξουσίας εξαρτάται από δύο μηχανισμούς:
- την ικανότητα να δημιουργώ δίκτυα και να προγραμματίζω καθώς και να επαναπρογραμματίζω τα δίκτυα ως προς τους στόχους που αυτά καλούνται να επιτύχουν («προγραμματιστές») και
- την ικανότητα να συνδέω διαφορετικά δίκτυα και να εξασφαλίζω την συνεργασία των διαφορετικών δικτύων ώστε να υιοθετούν κοινούς στόχους, συναθροίζοντας πόρους ενώ ταυτόχρονα αποκρούουν τον ανταγωνισμό από άλλα δίκτυα προχωρώντας σε στρατηγικές συνεργασίες («κλειδούχοι»).
Τόσο οι προγραμματιστές όσο και οι κλειδούχοι είναι κοινωνικοί δρώντες αλλά δεν είναι απαραίτητο να ταυτίζονται με μία συγκεκριμένη ομάδα ή με συγκεκριμένο άτομο. Αυτοί οι μηχανισμοί συχνότερα κινούνται στην διεπαφή διάφορων κοινωνικών δρώντων που ορίζονται με βάση την θέση τους στην κοινωνική δομή και στο οργανωτικό πλαίσιο της κοινωνίας.
Σε μερικές περιπτώσεις η εξουσία ασκείται από τα ίδια τα δίκτυα, όχι αφηρημένα ασυνείδητα δίκτυα, όχι αυτόματα αλλά άνθρωποι που οργανώνονται γύρω από τα έργα (project) και τα συμφέροντα τους. Δεν μπορεί να είναι μεμονωμένες οντότητες (άτομα, ομάδες, τάξεις, θρησκευτικοί ηγέτες, πολιτικοί ηγέτες) επειδή η άσκηση της εξουσίας στην κοινωνία των δικτύων απαιτεί ένα πολύπλοκο σύνολο από συνδυασμένες ενέργειες που ξεπερνά συμμαχίες και γίνεται νέας μορφής αντικείμενο κάτι σαν αυτό που θεωρητικά περιέγραψε ο Bruno Latour ως «δίκτυο δρώντων» (2005).»
Η απάντηση στο ερώτημα για το ποιος έχει ή θα πρέπει να έχει τον έλεγχο όταν τα δίκτυα συναντούν τις ιεραρχίες αναγκαστικά θα είναι ασαφής. Έχει παρατηρηθεί ότι μια δραστηριότητα, όπως ένα μπλόγκ, που ξεκινά σε χώρο που επικρατεί η οργανωτική κουλτούρα του Δικτύου, αρχίζει να αποκτά στοιχεία ιεραρχίας όταν γίνει γνωστότερη και αρχίζει να απευθύνεται σε ευρύτερο κοινό έχοντας και πόρους από διαφήμιση. (Wilson Lowrey, Scott Parrott and Tom Meade , 2011, When blogs become organizations, 2011 12: 243 Journalism) Δεν αλλάζει μόνο η μορφή της οργάνωσης και οι διαδικασίες, αλλά και το ίδιο το περιεχόμενο το οποίο γίνεται περισσότερο τυπικό.
Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι πέρα από τις μορφές οργάνωσης που κυριάρχησαν στην βιομηχανική εποχή, στην εποχή μας, που οι επιστήμονες ονομάζουν ως την εποχή των δικτύων, έχουν εμφανιστεί μορφές οργάνωσης όπως η σμήνωση (swarming) που συναντούμε σε έντομα όπως τα μυρμήγκια και οι μέλισσες. Μερικές από αυτές εμφανίζονται χωρίς κεντρική και ενιαία καθοδήγηση (leaderless) όπως οι διαδηλώσεις γνωστές ως Αραβική άνοιξη, και οι διαδηλώσεις για το πάρκο Gezi στην Τουρκία. Η αυτό-οργάνωση είναι μία έννοια με την οποία θα πρέπει να εξοικειωθούμε αν θέλουμε να κατανοήσουμε τον Συμμετοχικό Πολιτισμό, μέρος του οποίου είναι και η Συμμετοχική Δημοσιογραφία που έχει ως στόχο την αειφορία της Πληροφόρησης σε μικρές κοινότητες.
* Η Ιωάννα Ηλιάδη είναι δημοσιογράφος και υποψήφιος διδάκτορας Επικοινωνίας και νέας Δημοσιογραφίας στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου. e-mail: [email protected]